Τον χαμό μιας από τις χαρακτηριστικότερες μορφές του θρηνεί το ελληνικό ποδόσφαιρο, καθώς έφυγε το μεσημέρι από τη ζωή ο Νίκος Αλέφαντος σε ηλικία 81 ετών.
Ο παλαίμαχος προπονητής αντιμετώπιζε το τελευταίο διάστημα προβλήματα με την υγεία του και απεβίωσε από καρδιακή προσβολή. Ήταν από τις μεγαλύτερες φυσιογνωμίες του ελληνικού ποδοσφαίρου, ξεχώριζε για τον «εκρηκτικό» χαρακτήρα του και για τις ατάκες του. Συνέδεσε το όνομά του κυρίως με τον Ολυμπιακό, τον οποίο υπηρέτησε και ως ποδοσφαιριστής (1958-59), αλλά κυρίως ως προπονητής, έχοντας τρεις θητείες στους ερυθρόλευκους.
Γεννήθηκε στις 3 Ιανουαρίου του 1939 στην Αθήνα και μεγάλωσε στα Εξάρχεια, όπου διέμενε έως σήμερα. Αγωνιζόταν στη θέση του μεσοκυνηγού και σε μικρή ηλικία ξεκίνησε το ποδόσφαιρο από τον Αστέρα Εξαρχείων της συνοικίας του. Στη συνέχεια μετακινήθηκε στις ΑΕ Χαλανδρίου, ΠΑΟ Ρουφ, Ολυμπιακό Πειραιώς (μετέχοντας σε έναν αγώνα πρωταθλήματος),Ατρόμητο Πειραιώς (Καμινίων), Ολυμπιακός Χαλκίδας (για τον οποίο σημείωσε τέρμα σε βάρος του αντίστοιχου του Πειραιά, όταν το 1963 επέστρεψε ως αντίπαλος στο Καραϊσκάκης),[ Παναιγιάλειο, Πανελευσινιακό και Βύζαντα Μεγάρων, όπου το 1969 τερμάτισε την καριέρα του.
Προπονητική καριέρα
Ο Αστέρας Εξαρχείων ήταν η πρώτη ομάδα που ανέλαβε ως προπονητής το 1969. Εργάσθηκε στους περισσότερους από τους πλέον δημοφιλείς ελληνικούς συλλόγους, με αποκορύφωμα τον Ολυμπιακό Πειραιώς στον οποίο εργάστηκε τρεις φορές (ανά μία δεκαετία: τέλη 1983, 1994 και 2004), αλλά και στους ΑΕΚ, ΠΑΟΚ, Λάρισα, Ηρακλή, Πανιώνιο και Εθνικό Πειραιώς. Στην Α’ Εθνική προπόνησε και τους ΟΦΗ, Καστοριά, Παναχαϊκή, Ιωνικό, Δόξα Δράμας, Κόρινθο, Απόλλωνα Καλαμαριάς, Προοδευτική και Εθνικό Αστέρα.
Παρακολούθησε τις προπονητικές και αγωνιστικές μεθόδους σπουδαίων προπονητών, όπως ο Ερνστ Χάπελ, o Κάρλος Αλμπέρτο Παρρέιρα, o Ένζο Μπεαρζότ, ο Μπομπ Πέισλι, ο Αρίγκο Σάκι, ο Μαρτσέλο Λίπι και ο Κάρλο Αντσελότι. Υπήρξε θαυμαστής του Ζοζέ Μουρίνιο (τον οποίο θεωρεί καλύτερο στον κόσμο) και του Σερ Άλεξ Φέργκιουσον, ενώ από τους παλαιότερους τον Ερνστ Χάπελ και τον Σέσαρ Λουίς Μενότι (μεταξύ άλλων).
Είχε ασκήσει έντονη κριτική στο στυλ παιχνιδιού « τίκι – τάκα» της Μπαρτσελόνα, το οποίο θεωρούσε εξόχως βαρετό και βλαβερό για την ποιότητα του ποδοσφαίρου, ενώ αντίστοιχα είχε δώσει συγχαρητήρια σε προπονητές όπως ο Ντιέγκο Σιμεόνε και ο Αντόνιο Κόντε οι οποίοι το αντιμάχονται.
Κατά καιρούς είχε εκφραστεί με πολύ καλά λόγια για τον Ότο Ρεχάγκελ (αποθεώνοντας την τακτική που ακολούθησε στο Euro 2004) αλλά του είχε ασκήσει και δριμύτατη κριτική, ιδίως για τις επιλογές του μετά την κατάκτηση του Εuro2004. Eίχε μεγάλη κόντρα με τον Ντούσαν Μπάγεβιτς και τους δημοσιογράφους Αντώνη Πανούτσο, Αντώνη Καρπετόπουλο και Κώστα Νικολακόπουλο.
Δύο συνεχείς χρονιές στην αρχή της καριέρας του, με τον ΠΑΣ Γιάννινα το 1973–74 (για πρώτη φορά στην ιστορία του συλλόγου) και τον Πιερικό το 1974–75, πέτυχε ισάριθμες ανόδους στην Α’ Εθνική κατηγορία, κατακτώντας παράλληλα και τις δύο χρονιές το πρωτάθλημα της Β’ Εθνικής. Εκτός από τους δύο αυτούς τίτλους, έχει κατακτήσει και το κύπελλο Κύπρου 1996–97 ως τεχνικός του ΑΠΟΕΛ, μετά από νίκη με 2–0 επί της Ομόνοιας στον τελικό.
Τον Μάρτιο του 1978 ανέλαβε την τεχνική ηγεσία της Καστοριάς, για να παραιτηθεί επεισοδιακά μετά από ένα μόλις αγώνα πρωταθλήματος. Η κίνηση προκάλεσε μακροσκελή ανακοίνωση του συλλόγου με κατηγορίες για εκ μέρους του Αλέφαντου παρακράτηση μη δεδουλευμένων αμοιβών, για εξυβρίσεις ποδοσφαιριστών, παραγόντων, οπαδών και συμπολιτών, για απειλές και εκβιασμό. Υπενθυμίζοντας ότι παρόμοιες συμπεριφορές του σε ΟΦΗ, Πιερικό και ΠΑΣ Γιάννινα είχαν πρόσφατα απασχολήσει αθλητικές αρχές και δικαιοσύνη, το διοικητικό συμβούλιο τον κατήγγειλε στους υφυπουργό και γενικό γραμματέα αθλητισμού, ΕΠΟ, Πανελλήνιο Σύνδεσμο Ελλήνων Προπονητών Ποδοσφαίρου και ΠΣΑΠ. Ανάλογο περιστατικό με πρωταγωνιστή τον Αλέφαντο συνέβη και στις 12 Απριλίου 1987, όταν ως προπονητής της ΑΕΚ ξυλοκόπησε τον δημοσιογράφο Γιώργο Βενετούλια, επειδή του είχε ασκήσει κριτική για την απόφασή του να κάνει αλλαγή τον Θωμά Μαύρο στον αγώνα με τον Απόλλωνα Καλαμαριάς την προηγούμενη μέρα. Ο Βενετούλιας μετά τον ξυλοδαρμό του προσέφυγε στη δικαιοσύνη, με τον Αλέφαντο να τιμωρείται με δίμηνο αποκλεισμό από τα γήπεδα και πρόστιμο 100.000 δραχμών.
Στον Ολυμπιακό μακροβιότερη ήταν η παραμονή του το 1994, που κάλυψε σχεδόν όλη τη χρονιά (Ιανουάριος–Οκτώβριος), αλλά το πρωτάθλημα της περιόδου 1993–94 κατέκτησε η ΑΕΚ.
Στη Θεσσαλονίκη, ως προπονητής του ΠΑΟΚ και του Ηρακλή είχε αρκετά καλή πορεία (αν και για μικρό χρονικό διάστημα) και επαινέθηκε για το επιθετικό του ποδόσφαιρο. Ανέλαβε προπονητής του ΠΑΟΚ εν μέρει λόγω και της συμπάθειας και υποστήριξης του γνωστού οργανωμένου φιλάθλου Μάκη Μαυρομιχάλη («Μάκης ο μανάβης»). Παρέλαβε τον Ηρακλή σε πολύ κακή κατάσταση (1 βαθμό στο πρωτάθλημα μετά από 6 ματς) και κατάφερε να δημιουργήσει μια αποτελεσματική και άκρως επιθετική ομάδα (σε διάταξη 3–4–3) με αιχμές τους Βασίλη Χατζηπαναγή, Λάκη Παπαϊωάννου, Δανιήλ Παπαδόπουλο, Δημήτρη Αδάμου και Κώστα Μαλουμίδη. Η ομάδα πραγματοποίησε εξαιρετικές εμφανίσεις και κατάφερε να κερδίσει στη Θεσσαλονίκη και τους τρεις μεγάλους των Αθηνών, 3–1 τους Ολυμπιακό και Παναθηναϊκό και 3–0 την ΑΕΚ, τερματίζοντας τελικώς στην 3η θέση του πρωταθλήματος (ισόβαθμος με την ΑΕΚ).
Αρνητικό ρεκόρ στην ιστορία του ελληνικού (τουλάχιστον) ποδοσφαίρου αποτελεί η παραμονή του στην τεχνική ηγεσία του Φωστήρα για τρεις μόλις ώρες, το Σεπτέμβριο του 2002.
Οι τρεις θητείες στον Ολυμπιακό
Ξεχωριστό κεφάλαιο στην προπονητική πορεία του Νίκου Αλέφαντου ήταν οι τρεις θητείες που είχε στον πάγκο του Ολυμπιακού, της ομάδας που υποστήριζε. Η πρώτη του θητεία ήταν από την 1η Δεκεμβρίου του 1983 μέχρι τις 12 Μαρτίου του 1984 (αγωνιστική περίοδος 1983-1984). Τότε πρόεδρος του Ολυμπιακού ήταν ο Σταύρος Νταϊφάς. Σε 14 αγώνες (12 για το πρωτάθλημα και 2 για το κύπελλο) ο Αλέφαντος είχε απολογισμό 9 νίκες, 3 ήττες και 2 ισοπαλίες με τέρματα 23-9.
Η δεύτερη θητεία του ήταν η μεγαλύτερη χρονικά, από τις 27 Ιανουαρίου 1994 μέχρι τις 16 Σεπτεμβρίου 1994 (αγωνιστική περίοδος 1993-1994 και ξεκίνημα της περιόδου 1994-1995). Πρόεδρος του Ολυμπιακού ήταν ο Σωκράτης Κόκκαλης. Μάλιστα ο Αλέφαντος ήταν ο πρώτος προπονητής με σφραγίδα Κόκκαλη, καθώς όταν ο γνωστός επιχειρηματίας ανέλαβε τον Ολυμπιακό αρχικά διατήρησε ως προπονητή τον Λιούμπομιρ Πέτροβιτς και μετά τη απόλυσή του τον Νοέμβριο του 1993, τον βοηθό του Κώστα Πολυχρονίου ως υπηρεσιακό, μέχρι να καταλήξει στην επιλογή Αλέφαντου.
Σε αυτή τη δεύτερη θητεία του, σε 19 αγώνες (15 για το πρωτάθλημα, 3 για το κύπελλο και 1 για το κύπελλο UEFA) ο Αλέφαντος είχε απολογισμό 11 νίκες, 5 ήττες και 3 ισοπαλίες, με τέρματα 40-17.
Η τρίτη, τελευταία, και πιο επεισοδιακή θητεία του Αλέφαντου στον πάγκο των «ερυθρολεύκων» ήταν από τις 19 Μαρτίου 2004 μέχρι τις 31 Μαΐου 2004, και πάλι επί προεδρίας Σωκράτη Κόκκαλη. Σε 10 αγώνες (7 για το πρωτάθλημα και 3 για το κύπελλο), ο απολογισμός του Αλέφαντου ήταν 7 νίκες, 1 ήττα και 2 ισοπαλίες, με τέρματα 21-8. Ο Ολυμπιακός κατάφερε να κερδίσει όλα τα παιχνίδια στο πρωτάθλημα εκτός του ντέρμπι στη Λεωφόρο με τον Παναθηναϊκό, το οποίο έληξε ισόπαλο με 2–2, μετά από εξόφθαλμο, καταδικαστικό για τον Ολυμπιακό λάθος του διαιτητή Γιώργου Δούρου, το οποίο έχει παραδεχτεί δημόσια και ο ίδιος ο Δούρος σε συνεντεύξεις του. Συγκεκριμένα, με το σκορ στο 1–2 υπέρ του Ολυμπιακού, ο αμυντικός του Παναθηναϊκού Σωτήρης Κυργιάκος χτύπησε με γροθιά στο πρόσωπο εκτός φάσης και μέσα στη μεγάλη περιοχή του τον επιθετικό του Ολυμπιακού Τζιοβάνι, ο οποίος ανταπόδωσε με κλωτσιά. Ο Δούρος αντί να αποβάλει και τους δύο παίκτες ως όφειλε, απέβαλε μόνο τον Τζιοβάνι αφήνοντας εντελώς ατιμώρητο τον Κυργιάκο να συνεχίσει τον αγώνα. Ο Παναθηναϊκός εκμεταλλευόμενος το αναπάντεχο αριθμητικό πλεονέκτημα κατάφερε στο 82′ να ισοφαρίσει σε 2–2 και να διατηρήσει την καθοριστική διαφορά των 2 βαθμών.
Ο ίδιος ο Αλέφαντος έχει τεράστιο παράπονο από αυτό το παιχνίδι και θεωρεί ότι ο Δούρος του στέρησε μια επιτυχία που εδικαιούτο 100%, χαρακτηρίζοντας τα διαιτητικά λάθη ως την «κλοπή του αιώνα».[Έπειτα την απομάκρυνσή του από τον Ολυμπιακό το Μάιο του 2004, κατόπιν της απώλειας πρωταθλήματος και κυπέλλου, δεν έχει αναλάβει κάποιο σύλλογο, παρότι το όνομά του συνδέθηκε και πάλι με εκείνον του Πειραιά στις αρχές του 2010.
«Γεια σου ρε Αλέφαντε, είσαι παλικάρι»
Το 1983 το λαϊκό μουσικό σχήμα «Τα παιδιά από την Πάτρα» κυκλοφόρησε δίσκο στον οποίο περιέχεται τραγούδι για τον Νίκο Αλέφαντο με τίτλο «Γεια σου ρε Αλέφαντε, είσαι παλικάρι», που εξυμνεί τον χαρακτήρα του Έλληνα προπονητή, μιλώντας παράλληλα και για αδικίες που έχει υποστεί.
Οι στίχοι του τραγουδιού
«Όταν με κατηγορούν για κάτι που νομίζουν
κι όταν με παρεξηγούν χωρίς να με γνωρίζουν
όταν άδικα με βάζουν ν’ απολογηθώ
θυμάμαι τον Αλέφαντο
Όταν με δικάζουνε χωρίς να έχω φταίξει
και όταν το δίκιο μου δεν μπορώ να βρω
όταν ένοχοι με βάζουν ν’ απολογηθώ
θυμάμαι τον Αλέφαντο
Γεια σου ρε Αλέφαντε, ήσουν παλικάρι
γεια σου ρε Αλέφαντε, κράτα όσο μπορείς
Γεια σου ρε Αλέφαντε, ήσουν παλικάρι
μην υποχωρείς».
“Όταν το άκουσα στο ραδιόφωνο πρώτη φορά, έκλαψα… Πολλοί μου έλεγαν να πάρω λεφτά από αυτή την υπόθεση. Μα, πώς είναι δυνατόν να πάρεις χρήματα από την έμπνευση του άλλου που σε τιμά; Πήγαινα και τους άκουγα εκεί που τραγουδούσαν” τόνισε χρόνια μετά ο Νίκος Αλέφαντος στην Espresso, αποκαλύπτοντας την αγάπη του στα μπουζούκια; “Πολύ! Είχα μια αδυναμία. Όταν κέρδιζα τους αγώνες ήθελα μετά να πάω να ακούσω καλούς τραγουδιστές. Όχι με την ομάδα, αλλά με την κυρα-Ουρανία. Την έπαιρνα λοιπόν να πάμε στα μπουζούκια.”