Ποια είναι η καθημερινότητα ενός γιατρού στις Κυκλάδες; Πώς τα βγάζει πέρα μια γιατρός στη Λήμνο, όταν έχει να αντιμετωπίσει ένα έκτακτο περιστατικό που απαιτεί αεροδιακομιδή; Μια εικόνα από τις δημόσιες δομές υγείας στις άγονες και δυσπρόσιτες περιοχές της χώρας, που ξέμειναν από γιατρούς αλλά και από κυβερνητικές λύσεις, αφού κι αυτές άγονες παραμένουν.
Όταν το πολύ μακρινό 1983 δημιουργήθηκε το Εθνικό Σύστημα Υγείας, είχε θεσμοθετηθεί το επίδομα αγόνου. Ήταν ένα κίνητρο για να στελεχωθούν με γιατρούς τα νοσοκομεία και τα Κέντρα Υγείας στις δυσπρόσιτες περιοχές της νησιωτικής και ηπειρωτικής Ελλάδας.
Το επίδομα αγόνου ήταν ένα σεβαστό ποσό, το οποίο μπορούσε να φτάσει ακόμη και το 50% του βασικού μισθού των γιατρών του ΕΣΥ, γι’ αυτό και τα νοσοκομεία σε πολλές απομακρυσμένες περιοχές γέμισαν τότε γιατρούς.
Μαζί με άλλες παροχές που αφορούσαν επιδοτήσεις στέγασης και μετακίνησης, δημιουργήθηκε τότε ένα ελκυστικό πλαίσιο κινήτρων για την εγκατάσταση ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού σε δυσπρόσιτες και παραμεθόριες περιοχές.
Μία από τους γιατρούς αυτούς, η οποία έφυγε από την Αθήνα για να εργαστεί στο νοσοκομείο της Λήμνου, είναι και η Θεοδώρα Αναγνωστοπούλου. Μαζί με τον σύζυγό της, επίσης γιατρό, και τα δύο μικρά τότε παιδιά τους, πήραν την απόφαση να ζήσουν και να εργαστούν στη Λήμνο.
Οι κάτοικοι ζουν εδώ και τον χειμώνα. Οι καλές υποδομές και υπηρεσίες υγείας, ακόμη και με νεοφιλελεύθερους οικονομικούς όρους να το δει κανείς, είναι μια σοβαρή αναπτυξιακή προϋπόθεση. Ο πληθυσμός αισθάνεται και είναι ασφαλής και το τουριστικό προϊόν είναι αξιόπιστο.
Σήμερα παρέχει τις υπηρεσίες της σε ένα υποστελεχωμένο νοσοκομείο και τα καλοκαίρια, όπως λέει, «δεν θέλει να έρχονται ποτέ στη Λήμνο». Οι περιγραφές της για τις αεροδιακομιδές παιδιών και νεογνών θυμίζουν την κινηματογραφική ταινία «Mission Impossible» με πανομοιότυπα σίκουελ: αγωνιώδη πλάνα μιας καθημερινότητας στην οποία το ακραίο είναι αυτονόητο.
Επίδομα αγόνου: Τριπλασιάζεται διά των ανακοινώσεων
Τι απέγινε όμως το επίδομα αγόνου και τα κίνητρα που κάποτε γέμιζαν τα νησιά; Σαράντα χρόνια μετά, το επίδομα αυτό καταβάλλεται με βάση τους μισθούς που έπαιρναν οι γιατροί του ΕΣΥ το 1983 και δεν έχει αναπροσαρμοστεί.
Έτσι, ανάλογα με τα χρόνια και τον βαθμό που έχει ένας γιατρός στο Δημόσιο, το επίδομα αγόνου ξεκινάει από 11,40 ευρώ και μπορεί να φτάσει έως και τα 112,85 ευρώ, όταν ένας γιατρός έχει βαθμό διευθυντή στο ΕΣΥ και υπηρετεί σε άγονη γραμμή.
Η κυβέρνηση εδώ και έναν χρόνο έχει τη θεσμοθετημένη υποχρέωση, που δημιούργησε η ίδια, να αναπροσαρμόσει το επίδομα αγόνου και να δημιουργήσει νέα κίνητρα προσέλκυσης γιατρών στις άγονες περιοχές της χώρας, αλλά δεν το έχει κάνει μέχρι σήμερα.
Οι αλλαγές για τα κίνητρα που θα δίνονταν στους γιατρούς οι οποίοι εργάζονται ή θα ήθελαν να εργαστούν στις δημόσιες δομές υγείας των νησιωτικών και ορεινών περιοχών θεσμοθετήθηκαν με τον νόμο 4499 που ψηφίστηκε το 2022.
Ο νόμος αυτός προέβλεπε την έκδοση Κοινής Υπουργικής Απόφασης (ΚΥΑ) έως τις 30 Ιουνίου του 2023, με την οποία θα καθορίζονταν τα νέα κίνητρα. Έναν χρόνο μετά, η απόφαση αυτή δεν έχει ακόμη εκδοθεί.
Θα μπορούσαν τα νέα κίνητρα και η αναπροσαρμογή του αγόνου να είχαν λύσει το πρόβλημα της υποστελέχωσης στις δημόσιες δομές υγείας των δυσπρόσιτων περιοχών; Κανείς δεν μπορεί να απαντήσει με σιγουριά για την αποδοτικότητα ενός μέτρου που δεν έχει εφαρμοστεί. Εκείνο όμως που μπορεί να απαντηθεί με ασφάλεια είναι ότι «κανείς γιατρός δεν θα πάει στις δυσπρόσιτες περιοχές, εάν δεν υπάρξουν κίνητρα όχι μόνο οικονομικά αλλά και επιστημονικά», λένε οι γιατροί που μίλησαν στη LiFO.
Τα κίνητρα που θα περιλαμβάνει η αναπροσαρμογή του αγόνου έχουν ανακοινωθεί πολλές φορές από τον υπουργό Υγείας Άδωνι Γεωργιάδη, αλλά μέχρι στιγμής παραμένουν παγωμένα. Τώρα, αυτή η Κοινή Υπουργική Απόφαση αναμένεται να εκδοθεί τον Αύγουστο για να αρχίσει από τον Σεπτέμβρη η εφαρμογή της, όπως έχει υποστηρίξει το αρμόδιο υπουργείο.
Οι πυροσβεστικές λύσεις που άναψαν φωτιές
Επειδή η κυβέρνηση δεν εφάρμοσε αυτά που η ίδια έχει ψηφίσει εδώ και δύο χρόνια, έπρεπε να βρεθούν πυροσβεστικές λύσεις, οι οποίες, αντί να φέρουν κάποια αποτελέσματα, προκάλεσαν νέες «φωτιές».
Για να αντιμετωπίσει τις αυξημένες ανάγκες υγειονομικής περίθαλψης που δημιουργούν στα νησιά οι τουριστικές ροές του καλοκαιριού, το υπουργείο ανακοίνωσε ένα έξτρα και εφάπαξ μπόνους.
Το μπόνους αυτό είναι 2.100 ευρώ πλέον του μισθού και μπορούν να το πάρουν όσοι γιατροί του ΕΣΥ μετακινηθούν στα νησιά από τα νοσοκομεία των αστικών κέντρων. Το μπόνους αυτό δόθηκε και πέρσι, αλλά φέτος είναι υψηλότερο κατά 300 ευρώ.
Η μετακίνηση του γιατρού θα μπορεί να έχει διάρκεια ενός μήνα, με δυνατότητα παράτασης. Ενώ «ο κάθε δήμαρχος θα μπορεί να τους πληρώνει και τα έξοδα κατοικίας τους, έτσι ώστε να έχουν και δωρεάν σπίτι και επιπλέον πάνω από έναν μισθό», έχει πει ο Ά. Γεωργιάδης.
Το μέτρο ανακοινώθηκε αρκετά αργά, στα μέσα Ιουνίου, και η διάταξη με την οποία θα θεσμοθετηθεί εντάχθηκε μόλις στο υπό ψήφιση νομοσχέδιο του υπουργείου Υγείας.
Το μπόνους αυτό δεν κατάφερε να δελεάσει τους γιατρούς και έτσι η ανταπόκριση ήταν πολύ μικρή: «Πέρα από το γεγονός ότι η διαμονή σε οποιοδήποτε νησί δεν ήταν κάτι που έχει αποσαφηνιστεί αν ήταν όντως εξασφαλισμένη, νιώθω πολύ κουρασμένος για να κάνω εφημερίες τη μία πίσω από την άλλη, σε ένα Κέντρο Υγείας στο οποίο θα έρχονται εκατοντάδες τουρίστες», λέει στη LiFO γιατρός που εργάζεται σε νοσοκομείο της Αθήνας. «Εάν υπολογίσεις ότι συνήθως τα νησιά αυτά είναι και πανάκριβοι προορισμοί, μάλλον αυτά τα χρήματα θα ξοδεύονταν για την παραμονή μου εκεί».
Στη συνέχεια ο Ά. Γεωργιάδης στράφηκε στους ιδιώτες γιατρούς και τους ζήτησε να κάνουν επί πληρωμή δύο φορές τον μήνα εφημερίες στα υποστελεχωμένα δημόσια νοσοκομεία. Στη δημόσια πρόσκληση του Ά. Γεωργιάδη υπήρξε πολύ μικρή ανταπόκριση από τους ιδιώτες γιατρούς, με τους οποίους τώρα βρίσκεται σε μετωπική σύγκρουση.
Ο λόγος είναι η κατάθεση διάταξης στο υπό ψήφιση νομοσχέδιο του υπουργείου Υγείας που υποχρεώνει παρόχους και ιδιώτες γιατρούς οι οποίοι είναι συμβεβλημένοι με τον ΕΟΠΥΥ να καλύψουν επ’ αμοιβή εφημερίες στα νοσοκομεία. Στην περίπτωση που αυτοί αρνηθούν, θα διακόπτεται η σύμβασή τους με τον ΕΟΠΥΥ και θα αποκλείονται από την ηλεκτρονική συνταγογράφηση. Η αποβολή από την ηλεκτρονική συνταγογράφηση αφορά και τους ελεύθερους επαγγελματίες γιατρούς που δεν θα δεχτούν να εργαστούν για το ΕΣΥ, εφόσον τους ζητηθεί.
Η επίταξη των γιατρών και ο αποκλεισμός από το σύστημα ηλεκτρονικής συνταγογράφησης έχει κορυφώσει την αντιπαράθεση του υπουργείου με τους ιδιώτες γιατρούς. Ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος κάλεσε τα μέλη του να απέχουν από την ηλεκτρονική συνταγογράφηση μέχρι την ψήφιση του νομοσχεδίου, μετά «τις αυταρχικές μεθοδεύσεις» του υπουργείου, ενώ ο Ά. Γεωργιάδης ισχυρίζεται ότι η στάση των γιατρών ισοδυναμεί «με εκβιασμό εκατομμυρίων ασθενών». Όλες αυτές τις μέρες, ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος υπενθυμίζει στον Ά. Γεωργιάδη ότι τα κενά των δημόσιων νοσοκομείων και των δομών υγείας προέκυψαν «εξαιτίας της απαξίωσης του ΕΣΥ και της ασυνέπειας του ίδιου του υπουργείου Υγείας να θεσμοθετήσει τα κίνητρα για τις άγονες και προβληματικές περιοχές»
Προτάσεις για τις άγονες περιοχές θαμμένες στα υπουργικά συρτάρια
Προτάσεις πάντως για την εφαρμογή εφικτών πολιτικών για την υγειονομική αναβάθμιση και τη στελέχωση των μονάδων υγείας των άγονων περιοχών έχουν σταλεί σε όλους τους υπουργούς Υγείας αυτής της κυβέρνησης, οι οποίες, όμως, «από ό,τι φαίνεται θάφτηκαν στα υπουργικά συρτάρια»: «Έχουμε καταθέσει μια ολοκληρωμένη πρόταση προς το υπουργείο με συγκεκριμένα κίνητρα για τις άγονες περιοχές. Αυτή η πρόταση είναι κοστολογημένη και μάλιστα προτείναμε και πηγές χρηματοδότησης», λέει στη LiFO o Κώστας Κατσιγιαννόπουλος, ψυχίατρος, πρόεδρος των Νοσοκομειακών Γιατρών Λήμνου και εκπρόσωπος του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου στην Πανευρωπαϊκή Ένωση Νοσοκομειακών Γιατρών.
Πρόκειται για τη δέσμη προτάσεων που αυτές τις ημέρες υπενθύμισε ουκ ολίγες φορές ο Αθανάσιος Εξαδάκτυλος, πρόεδρος του ΠΙΣ, στον Ά. Γεωργιάδη. «Η πρόταση έχει κατατεθεί σε όλους τους υπουργούς, τον Α. Πλεύρη, τη Μίνα Γκάγκα, τον Μ. Χρυσοχοΐδη, τον Ά. Γεωργιάδη. Κανείς δεν ασχολήθηκε. Και το λέω γιατί συχνά ακούω τον Ά. Γεωργιάδη να λέει “κάντε μου προτάσεις να τις συζητήσουμε”. Κατ’ επανάληψη το έχουμε κάνει», λέει ο Κ. Κατσιγιαννόπουλος.
Μια βιογραφική προσέγγιση για τις δομές υγείας στις Κυκλάδες
Λύσεις στη δύσκολη εξίσωση που αφορά την αναβάθμιση της ποιότητας των υπηρεσιών υγείας στις Κυκλάδες έχει προτείνει και ο Αθανάσιος Κοντάρης, ιδωμένες μάλιστα από τη δική του βιωματική εμπειρία, όντας γενικός γιατρός και επιστημονικός υπεύθυνος του Πολυδύναμου Περιφερειακού Ιατρείου στη Σέριφο: «Η μελέτη που έχω κάνει αφορά την προσπάθεια να οργανώσω την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας στη Σέριφο αλλά και τους λόγους της αποτυχίας μου», λέει, καθώς εξηγεί με λεπτομέρεια τις προσπάθειές του, τα εμπόδια που βρήκε και το πώς αυτά μπορούν να ξεπεραστούν.
Ο Α. Κοντάρης το 2018 έκανε την αντίστροφη πορεία από εκείνη που κάνουν χιλιάδες Έλληνες γιατροί τα τελευταία χρόνια. Επέστρεψε από τη Σουηδία στην Ελλάδα το 2018 και το όνειρό του ήταν να προσφέρει ποιοτικές υπηρεσίες υγείας στους κατοίκους της Σερίφου.
Η πρότασή του αποτελεί «μία εμπεριστατωμένη μελέτη για την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας στις Κυκλάδες. Την έχω στείλει, αλλά δεν έχω εισακουστεί», λέει. Η μελέτη του γενικού γιατρού της Σερίφου δεν περιορίζεται στην παράθεση προτάσεων για το πώς θα αντιμετωπιστούν ιατρικά οι επισκέπτες του καλοκαιριού. Όχι γιατί η παροχή των ιατρικών υπηρεσιών το καλοκαίρι είναι εύκολη υπόθεση, κάθε άλλο: «Ασκούμε το ιατρικό μας έργο, έχοντας εξαντλητικά ωράρια και συνεχόμενες εφημερίες».
Ο στόχος του όμως ήταν πιο ευρύς: «Η πρόληψη και η προαγωγή υγείας του πληθυσμού των Κυκλάδων. Γι’ αυτήν παλεύω, γι’ αυτήν μάχομαι, η οποία δυστυχώς είναι στα χειρότερά της. Οι νησιώτες αντιμετωπίζονται από το κράτος ως πολίτες τρίτης κατηγορίας», μας λέει. «Η κατάσταση κρατιέται με νύχια και με δόντια. Κατά καιρούς ακούμε πολλά. Υπάρχουν υποσχέσεις και δεσμεύσεις. Προεκλογικά ακούσαμε επίσης διάφορα και στο τέλος δεν γίνεται τίποτα. Δεν είναι δυνατόν οι προκηρύξεις για τους γενικούς γιατρούς στα νησιά να βγαίνουν άγονες και να μην αναρωτιέται κανείς γιατί και τι μπορεί να κάνει για να το αλλάξει αυτό».
Ο Α. Κοντάρης υποστηρίζει ότι η προσέγγιση των Κυκλάδων όσον αφορά την παροχή υπηρεσιών υγείας «πρέπει να αντιμετωπιστεί ως μία ξεχωριστή οντότητα». Γνωρίζει, όπως λέει, ότι «πρόκειται για μια δύσκολη εξίσωση», υποστηρίζει ωστόσο ότι «υπάρχουν λύσεις, αρκεί να έχει κανείς τη βούληση να τις προχωρήσει».
Τα νησιά δεν είναι «χωριά Ποτέμκιν»
«Όσοι ζούμε και εργαζόμαστε στα νησιά δεν τα βλέπουμε ως “χωριά Ποτέμκιν”, τα οποία στήνονται ως σκηνικά του καλοκαιριού», λέει ο Κώστας Κατσιγιαννόπουλος. «Οι κάτοικοι ζουν εδώ και τον χειμώνα. Οι καλές υποδομές και υπηρεσίες υγείας, ακόμη και με νεοφιλελεύθερους οικονομικούς όρους να το δει κανείς, είναι μια σοβαρή αναπτυξιακή προϋπόθεση. Ο πληθυσμός αισθάνεται και είναι ασφαλής και το τουριστικό προϊόν είναι αξιόπιστο. Θυμόμαστε όλοι το ΕΚΑΒ της καρότσας και τι γίνεται κάθε χρόνο με τη δυσφήμιση γύρω από τα θέματα υγείας στα νησιά. Ειδικά για τη Λήμνο, αλλά και για πολλά άλλα νησιά, η ανάπτυξη του ΕΣΥ είναι μονόδρομος, καθώς ο ιδιωτικός τομέας, λόγω της μικρής αγοράς, δεν έχει κίνητρο για να επενδύσει», εξηγεί.
Ο Γολγοθάς των αεροδιακομιδών
Το Πολυδύναμο Περιφερειακό Ιατρείο (ΠΠΙ) Σερίφου είναι από τα πιο καλά στελεχωμένα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ελλείψεις σε ανθρώπινο δυναμικό. Το ιατρείο της Σερίφου είναι επίσης αρκετά καλά εξοπλισμένο. «Όσο όμως οργανωμένο και να είναι ένα ιατρείο, όσο ιδανικές ιατρικές υπηρεσίες και να προσφέρουμε οι συνάδελφοι και εγώ, εάν ένα σοβαρό περιστατικό δεν έρθει να το πάρει ελικόπτερο εγκαίρως, είναι σαν έχω κάνει μια τρύπα στο νερό», μας εξηγεί. Δυστυχώς, όμως, «από τότε που παρέχω ιατρικές υπηρεσίες στη Σέριφο, δεν έχω καταφέρει να στείλω ούτε έναν ασθενή με εγκεφαλικό τη σωστή ώρα».
Υποστηρίζει ότι «είναι πάντα πολύ δύσκολος ο μηχανισμός της διακομιδής. Αυτό συμβαίνει γιατί το ελικόπτερο δεν ήρθε στην ώρα του, γιατί μπορεί να είναι χαλασμένα τα φώτα του ελικοδρομίου, γιατί σηκώθηκε αλλά δεν έφτασε λόγω της κακοκαιρίας. Δεν είναι βέβαιο ότι φταίει πάντα το ΕΚΑΒ», λέει.
«Η ευθύνη που έχουν οι γιατροί στα νησιά όσον αφορά τη διακομιδή ενός περιστατικού είναι αρκετά πιο σύνθετη από αυτή που μπορεί να φαντάζεται κάποιος», λέει η Θεοδώρα Αναγνωστοπούλου, παιδίατρος που εργάζεται στο δημόσιο νοσοκομείο της Λήμνου: «Εφόσον έχω ένα επείγον περιστατικό, θα πρέπει να πάρω το κέντρο επιχειρήσεων του ΕΚΑΒ, να τους εξηγήσω και να πειστούν ότι το περιστατικό αυτό πρέπει να διακομιστεί.
Πριν πάρω το τελικό “Ok” από το ΕΚΑΒ, θα πρέπει να προηγηθεί ένας γύρος τηλεφωνημάτων από μένα στα εφημερεύοντα νοσοκομεία, για να βρω ποιο νοσοκομείο μπορεί να δεχτεί το περιστατικό αυτό. Μπορεί ένα νοσοκομείο να εφημερεύει και να μην το δέχεται, μπορεί να μην υπάρχει γιατρός ειδικότητας ή κλίνη. Τις περισσότερες φορές πρέπει να κάνω δεκάδες τηλεφωνήματα και μόνο όταν βρεθεί το νοσοκομείο θα έρθει το ΕΚΑΒ να πάρει το περιστατικό. Ενώ αυτό θα έπρεπε να γίνεται αυτόματα. Να το παίρνει το ΕΚΑΒ και να το πηγαίνει σε εφημερεύον νοσοκομείο που μπορεί να το δεχτεί».
Όταν η Θ. Αναγνωστοπούλου ξεκίνησε να εργάζεται στο νοσοκομείο της Λήμνου υπήρχαν σε αυτό 45 γιατροί και σήμερα υπάρχουν 18 με 20. Τα πράγματα δυσκολεύουν από τη στιγμή που έχει να αντιμετωπίσει ένα έκτακτο περιστατικό, το οποίο, λόγω της ειδικότητάς της, αφορά παιδιά και πολύ συχνά πρόωρα νεογνά, όπως λέει.
Πώς το διαχειρίζεται; «Έχοντας διασωληνωμένο το πρόωρο, με το ένα χέρι κάνω Ambu στο νεογνό γιατί δεν υπάρχει αναπνευστήρας και με το άλλο χέρι συνεννοούμαι με το ΕΚΑΒ για να τους πω ότι έχω ένα επείγον περιστατικό που πρέπει να φύγει. Εκεί αρχίζει ο Γολγοθάς. Σε ρωτάνε γιατί δεν μπορείς να το κρατήσεις, σου ζητάνε να κάνεις ακτινογραφίες, εξετάσεις. Σε ένα περιστατικό ζήτησα από έναν συνάδελφο άλλης ειδικότητας να κοιτάει το πρόωρο για να μπορώ να μιλάω στο τηλέφωνο. Επέμεναν να κάνω ακτινογραφία, κάτι που για μένα δεν χρειαζόταν, αλλά και δεν γινόταν κιόλας, γιατί είχε χαλάσει το μηχάνημα. Σε κάθε περίπτωση, όταν τελικά πειστούν ότι είναι αναγκαία η διακομιδή και έχω βρει και το νοσοκομείο που θα πάρει το περιστατικό, τότε έρχονται. Εν τω μεταξύ έχουν μεσολαβήσει τουλάχιστον 4 ώρες. Όλη αυτή η αργοπορία, όμως, πολλές φορές είναι σε βάρος του ασθενούς. Κάποιες φορές τα πράγματα επισπεύδονται, όταν το ελικόπτερο έχει να παραλάβει την ίδια ώρα κάποιο άλλο περιστατικό και το νοσοκομείο μας βρίσκεται στον δρόμο του».
Η Θ. Αναγνωστοπούλου ελπίζει ότι η επικουρική παιδίατρος που θα ξεκινήσει να εργάζεται στο νοσοκομείο της Λήμνου θα αποφορτίσει λίγο την κατάσταση. Οι εφημερίες θα μοιραστούν στη μέση, χωρίς βέβαια να αλλάξει κάτι στη διαχείριση των περιστατικών σε σχέση με το ΕΚΑΒ.
Ο Α. Κοντάρης, μεταφέροντας τη δική του εμπειρία, λέει στη LiFO πως όταν υπάρχει ένα έκτακτο περιστατικό το οποίο πρέπει να διακομιστεί, η ανεύρεση νοσοκομείου «είναι η άλλη μάχη που δίνει ο γιατρός. Να βρει πού θα στείλει τον ασθενή. Το περασμένο διάστημα ένας Αμερικανός έπαθε ανακοπή στη μέση του δρόμου. Ο αδελφός του του έκανε μαλάξεις γιατί ήταν νοσηλευτής και τον παρέλαβα μετά από κάποια λεπτά». Το περιστατικό έπρεπε να διακομιστεί «και το μπαλάκι πέφτει στα χέρια μου για να βρω νοσοκομείο το οποίο θα το δεχτεί. Χρειάστηκαν δεκαεπτά τηλεφωνήματα και μιάμιση ώρα για να βρεθεί το νοσοκομείο που θα τον παραλάβει. Ο ασθενής μεταφέρθηκε με βάρκα από εδώ στην Πάρο και από την Πάρο με ελικόπτερο στην Αθήνα», λέει.
Τα αποδεκατισμένα Περιφερειακά Ιατρεία των Κυκλάδων
Το καλοκαίρι του 2022, ο Α. Κοντάρης, ορμώμενος από τα στατιστικά στοιχεία που είχε στα χέρια του τα οποία αφορούσαν την εκτίναξη της επισκεψιμότητας στο ιατρείο της Σερίφου, θέλησε να διερευνήσει τι γίνεται στα άλλα νησιά των Κυκλάδων. Η ερευνητική ομάδα, που ήταν το υγειονομικό προσωπικό του Περιφερειακού Ιατρείου της Σερίφου, επικοινώνησε τηλεφωνικά με τους συναδέλφους της σε 26 από τα 28 νησιά, στα οποία η μοναδική δομή υγείας είναι ένα Πολυδύναμο Περιφερειακό Ιατρείο. Τι ανακάλυψε;
Δεκατρία Πολυδύναμα Περιφερειακά Ιατρεία λειτουργούσαν με 1 μόνο γιατρό που έκανε 30 εφημερίες τον μήνα. Άλλα 13 με 2 γιατρούς, με τις εφημερίες να μοιράζονται στα δύο, δηλαδή 15 εφημερίες για τον καθένα. Δέκα ιατρεία λειτουργούσαν χωρίς νοσηλευτή, ενώ μόνο επτά ιατρεία είχαν ειδικευμένο γιατρό. Η έρευνα κατέγραψε και το μοναδικό Πολυδύναμο Περιφερειακό Ιατρείο στο οποίο οι γιατροί έπαιρναν τα ρεπό που δικαιούνται σύμφωνα με τον νόμο. Και στα 26 ιατρεία οι γιατροί εργάζονταν περισσότερο από 48 ώρες, ενώ σε 14 από αυτά οι γιατροί απάντησαν ότι έχουν κάνει λάθη λόγω της εξάντλησης. Η κατάσταση έκτοτε δεν παρουσιάζει σοβαρές μεταβολές, όπως μας λέει ο ίδιος: «Και εγώ, αν δεν αγαπούσα το μέρος, αν δεν είχα την τρέλα μέσα μου να στήσω την πρωτοβάθμια φροντίδα στη Σέριφο και τις Κυκλάδες, θα προτιμούσα την ηπειρωτική Ελλάδα».
Ο Α. Κοντάρης υποστηρίζει ότι «σήμερα δεν υπάρχει κανένα κίνητρο, κοινωνικό, οικονομικό και επιστημονικό, για τους γιατρούς να έρθουν να δουλέψουν στις Κυκλάδες, γι’ αυτό και οι θέσεις μένουν στα αζήτητα. Κανείς γιατρός δεν έχει λόγο να έρθει στις Κυκλάδες, αν δεν υπάρχουν γόνιμες συνθήκες όχι μόνο γι’ αυτόν αλλά και για την οικογένειά του. Η ζωή είναι ακριβή και η στέγη ακόμη περισσότερο. Για χρόνια ζούσα σε ένα σπίτι 35 τετραγωνικών με την οικογένειά μου, στην οποία ο τόπος δεν δίνει διεξόδους. Οι προκλήσεις είναι πολλές και σύνθετες. Οι γιατροί και οι νοσηλευτές που θα κάνουν αυτήν τη δύσκολη επιλογή γνωρίζουν ότι θα ζήσουν σε επιστημονική απομόνωση. Χωρίς το κράτος να δώσει κίνητρα, όπως, για παράδειγμα, θα μπορούσαν να είναι δωρεάν μεταπτυχιακά προγράμματα εξ αποστάσεως ή άλλες οικονομικές ενίσχυσεις για συμμετοχή σε συνέδρια ή εκπαιδευτικά προγράμματα, είναι δύσκολο να προσελκύσει ιατρονοσηλευτικό προσωπικό». Η εκπαίδευση του ιατρικού και παραϊατρικού προσωπικού είναι απαραίτητη, όχι μόνο γιατί ικανοποιεί τις προσωπικές ανάγκες του επιστήμονα για νέα γνώση, αναφέρει ο γιατρός της Σερίφου. Αποτελεί «μια βασική αρχή για τη διασφάλιση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών φροντίδας στις Κυκλάδες». Ειδικά «οι υγειονομικοί υπάλληλοι που εργάζονται σε δομές άγονων νησιωτικών περιοχών, είναι ζωτικής σημασίας να λαμβάνουν επιπλέον εκπαίδευση με τη μορφή σεμιναρίων για την αντιμετώπιση επειγόντων περιστατικών σε απομονωμένα μέρη με περιορισμούς σε διαγνωστικά και θεραπευτικά εργαλεία». Η επιχορήγηση για την παρακολούθηση προγραμμάτων, όπως για παράδειγμα το ATLS (Advanced Trauma Life Support), για τον Α. Κοντάρη αποτελεί αδήριτη ανάγκη.
Η «επιστημονική μοναξιά» αλλά και η έλλειψη οικονομικών κινήτρων, όπως μας εξηγεί ο Κώστας Κατσιγιαννόπουλος, που κι αυτός πήγε στη Λήμνο στις αρχές του 2000 «με το σκεπτικό μιας καλύτερης ποιότητας ζωής», είναι ουσιαστικά οι βασικότεροι λόγοι για τους οποίους οι νέοι γιατροί αρνούνται τις θέσεις στις δυσπρόσιτες περιοχές: «Η εργασία για έναν γιατρό σε μια άγονη περιοχή αποτελεί τεράστια πρόκληση. Χωρίς κίνητρα που θα αφορούν την επιστημονική του εξέλιξη αλλά και οικονομικά κίνητρα που θα τον παρακινήσουν, τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει. Όλη η ακρίβεια που την ακούτε στα νησιά και τη ζείτε ως τουρίστες, τα εισιτήρια, τα μεταφορικά, η διατροφή, για εμάς είναι η καθημερινότητά μας», λέει.
Πηγή: lifo.gr