Ρεπορτάζ για τις εξελίξεις στην Προανακριτική Επιτροπή της βουλής είχε το σύνολο των σαββατιάτικων και των κυριακάτικων εφημερίδων. Από τα «Παραπολιτικά» που έγραψαν ότι «ήρθε η ώρα της αλήθειας και της κρίσης» και απεφάνθησαν ότι είναι «σκοτεινή η επόμενη μέρα του Παπαγγελόπουλου και των συνοδοιπόρων του, Φιλιππάκη, Παπαδάκου και Τάρκα» έως το «Μπαμ στο ρεπορτάζ» που μας ενημέρωσε «πώς κάηκε η… γούνα του “Ρασπούτιν”», τα έντυπα έδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την υπόθεση.
Απ’ όλα τα ρεπορτάζ, όμως, προκύπτουν ερωτήματα. Απορίες. Στα «Παραπολιτικά», για παράδειγμα, ακόμα και ο πρωτοσέλιδος τίτλος δημιουργεί την ανάγκη για εξηγήσεις. Για απαντήσεις.
Μέχρι τώρα δεν μαθαίναμε την αλήθεια; Τώρα ήρθε η ώρα της; Πώς γίνεται τότε να διευρύνεται το κατηγορητήριο για τον Παπαγγελόπουλο και τους συνοδοιπόρους του;
Στο ρεπορτάζ των σελίδων 18-19, η εφημερίδα υπογραμμίζει τη σημασία που είχαν οι καταθέσεις της Γεωργίας Τσατάνη, του Παναγιώτη Αθανασίου και του Σάμπυ Μιωνή. Το μείγμα των πληροφοριών πασπαλίζεται και με αναφορές στον Γιάννη Φιλιππάκη. Άλλες απορίες κι εδώ.
Γιατί ισχύουν όσα είπε η Τσατάνη; Πού στηρίζονται; Σε μία λίστα τηλεφωνικών επαφών που ζήτησε η ίδια και με συγκεκριμένο χρονικό εύρος; Πώς αποδεικνύεται το αληθές των ισχυρισμών της;
Όποιος διαβάσει προσεχτικά την κατάθεση της Τσατάνη θα μείνει με την εύλογη απορία για ποιο λόγο τηλεφώνησε στον Παπαγγελόπουλο έπειτα από την κλήση του τελευταίου. Δεν ήξερε τι την ήθελε; Μπορούσε εύλογα να αποφύγει τη δική της κλήσης προς τον τότε αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης. Δεν μπορούσε;
Επίσης προκύπτουν και άλλες απορίες. Όπως, για παράδειγμα, γιατί ζήτησε από την εταιρεία κινητής τηλεφωνίας τις κλήσεις μόνο για έναν αριθμό και συγκεκριμένες ώρες; Μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι στο υπόλοιπο της ημέρας κρύβονταν άλλες συνδιαλέξεις. Κι εδώ έρχεται το οξύμωρο του πράγματος. Η Τσατάνη ζήτησε επίσημη ενημέρωση για τις κλήσεις από τον Παπαγγελόπουλο, αλλά δεν έπραξε το ίδιο και για τον Κώστα Βαξεβάνη, αν και κατέθεσε ότι της τηλεφώνησε και ο εκδότης της εφημερίδας «Documento».
Επίσης ένα άλλο ερώτημα που θέτουν πολλοί αφορά στον λόγο, για τον οποίο η πρώην εισαγγελέας επέλεξε να μιλήσει με τον Παπαγγελόπουλο από το κινητό της αν και είχε φτάσει σπίτι της. Κάτι που η ίδια ζήτησε. Αντί να χρησιμοποιήσει τα σταθερά, όμως, που για πολλούς ήταν πιο ασφαλή, η Τσατάνη προτίμησε τα κινητά. Λεπτομέρειες, αλλά ίσως αυτές αναδειχθούν από τον τέως αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης.
Ανάλογα ερωτηματικά εκφράζονται και για τον Αθανασίου. Γιατί έχει υπόσταση η δική του κατάθεση όταν δημιουργεί τόσες εύλογες απορίες;
Για παράδειγμα, ο οικονομικός εισαγγελέας ενοχλήθηκε τον Αύγουστο του 2015 επειδή ανατέθηκε στην Τουλουπάκη η έρευνα για τη λίστα Λανγκάρντ μέσω της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών. Αλλά ούτε κατά του Ηλία Ζαγοραίου κινήθηκε, ούτε και τον Παπαγγελόπουλο σταμάτησε να επισκέπτεται. Κατά την κατάθεσή του στην Προανακριτική, ο Αθανασίου έδωσε την εντύπωση ότι αποτελεί τη σύγχρονη εκδοχή του Ιώβ που όλα τα υπομένει και δείχνει την περίσσια υπομονή του ακόμα και με προσκλήσεις σε τραπεζώματα.
Αν κάποιος αναζητήσει τον δεύτερο Έλληνα με τέτοια συμπεριφορά, προφανώς θα ψάχνει ψύλλους στα άχυρα. Δεν μπορεί να υπάρχει κάποιος που θα δέχεται πιέσεις, θα απαξιώνεται, θα μειώνεται και θα κάνει το τραπέζι στον «βασανιστή» του. Κάπως έτσι σκιαγράφησε ο Αθανασίου τον Παπαγγελόπουλο.
Για την κατάθεση του Σάμπυ Μιωνή δεν χρειάζεται να θέσουμε εμείς ερωτήματα. Και μόνο ότι μπορεί να μπήκε κάποιος σε κυβερνητικό κτήριο, με πρόθεση να μαγνητοφωνήσει εν ενεργεία υπουργούς, είναι κάτι που παγκοσμίως θα προκαλούσε όχι μόνο σεισμό, αλλά και τσουνάμι. Ο Τζούλιαν Ασάνζ, για παράδειγμα, σύρεται από χώρα σε χώρα, επειδή δημοσίευσε έγγραφα και συνομιλίες μεταξύ κυβερνητικών στελεχών. Ο Γιάνης Βαρουφάκης παιδεύεται εδώ και πέντε χρόνια για να νομιμοποιήσει τις ηχογραφημένες συνομιλίες των συνεδριάσεων στο Eurogroup. Στην περίπτωση του Μιωνή, όμως, το όποιο ηχητικό μπορεί να υπάρχει, από κάποιους έχει γίνει σημαία.
«Οι ηχογραφημένες συνομιλίες και τα νέα στοιχεία που ετοιμάζεται να “δώσει” ο Σάμπι Μιωνής», έγραψε στο πρωτοσέλιδό του το «Μπαμ στο ρεπορτάζ».
Από τα δημοσιεύματα του Σαββατοκύριακου απουσίαζε η Ελένη Ράικου. Παραμονή δημοσιοποίησης των Πόθεν Έσχες, βλέπετε, δεν μπορεί να στηριχθεί κάποιος σε μία εισαγγελέα που υποστήριξε στην Προανακριτική ότι δεν αντιλήφθηκε πώς προέκυψαν στα περιουσιακά στοιχεία της οικογένειάς της κάποια χρηματικά ποσά. Ένας λειτουργός της Δικαιοσύνης δεν μπορεί να λέει ότι ξέχασε. Ούτε ότι δεν ήξερε. Ο ρόλος του επιτάσσει τη γνώση και την πιστή εφαρμογή των νόμων και των κανόνων, διότι γι’ αυτό ελέγχει το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας.
Αλλά και γενικά η κατάθεση της Ράικου γεννά απορίες. Τη ρώτησε, για παράδειγμα, κάποιο μέλος της Προανακριτικής γιατί της πήρε η Τσατάνη τη δικογραφία της Marfin; Τη ρώτησε τι έπραξε πρώην Εισαγγελέας Διαφθοράς όταν παρενέβη η συνάδελφός της; Προφανώς, όχι. Αλλά εδώ δεν ρώτησαν την Τσατάνη γιατί ενδιαφέρθηκε και πήρε τον επίμαχο φάκελο, αν και αυτός εντασσόταν στις αρμοδιότητες της Εισαγγελίας Διαφθοράς.
Οι απορίες θα συνεχιστούν! Κάθε Κυριακή και άλλο κεφάλαιο! Διότι συμφωνούμε πώς ήρθε η ώρα της αλήθειας.