Με αμείωτη ένταση συνεχίζεται ο κυβερνητικός τραγέλαφος αναφορικά με την κρίση ανοιχτά της Κάσου και της Καρπάθου.
Το Μαξίμου επιμένει στη γραμμή της παραχάραξης της Ιστορίας και όσων έλαβαν χώρα στα νερά του Αιγαίου, η Τουρκία εκμεταλλεύεται το κενό εξουσίας γελοιοποιώντας την κυβέρνηση και ανεβάζοντας τους τόνους, ενώ το υπουργείο Εθνικής Άμυνας μετά την εκκωφαντική σιωπή της κυβέρνησης αναγκάστηκε χθες να παρέμβει στον εξελισσόμενο διασυρμό για να σώσει οτιδήποτε αν σώζεται.
Η κυβερνητική επιμονή στο ψέμα, στην αλλοίωση του επεισοδίου και στην άτακτη υποχώρηση της Ελλάδας παρέμενε αναπάντητο ερώτημα.
Ωστόσο, οι αποκλειστικές πληροφορίες που φέρνει σήμερα στο φως της δημοσιότητας η «δημοκρατία» εξηγούν τους λόγους για τους οποίους το Μαξίμου αποφάσισε να κάνει το μαύρο άσπρο, να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα και για ακόμα μία φορά να βγάλει λάδι τους Τούρκους.
Σύμφωνα με αδιάψευστες πηγές, η διαχείριση της κρίσης της Κάσου και της Καρπάθου έγινε αποκλειστικά από το Μαξίμου και τους ανθρώπους του Κυριάκου Μητσοτάκη στο Υπουργείο Εξωτερικών. Από τη διαχείριση της κρίσης αποκλείστηκαν οι αρχηγοί των Ενόπλων Δυνάμεων, με μοναδικό στόχο να επικρατήσει ακόμα μία φορά η κατευναστική λογική της κυβέρνησης και να αποφευχθεί μια κρίση που θα διατάρασσε τα «ήρεμα νερά» του Αιγαίου.
Όπως πληροφορούμαστε, αρχιτέκτονας της διαχείρισης, των διαπραγματεύσεων και της άτακτης υποχώρησης της Ελλάδας που οδήγησε και στην αποκλιμάκωση της έντασης ήταν η υφυπουργός Εξωτερικών Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου. Η πρώην διπλωμάτης, που χαίρει της εκτίμησης του Κυριάκου Μητσοτάκη και αποτελεί επί της ουσίας την πραγματική υπουργό Εξωτερικών, είναι ο στρατηγικός θεμελιωτής της πολιτικής σύγκλισης μεταξύ των δύο χωρών.
Άλλωστε, η ίδια ήταν που πριν από μερικούς μήνες διαφήμιζε την Τουρκία λίγες ώρες αφότου ο Τούρκος πρόεδρος περηφανευόταν για το ότι το 1922 έριξε τους Έλληνες στη θάλασσα.
Και ενώ οι Τούρκοι συνεχίζουν για δεύτερη μέρα το… γλέντι εις βάρος της χώρας ευχαριστώντας τον Κυριάκο Μητσοτάκη για το γεγονός πως παρέδωσε κομμάτι της ελληνικής κυριαρχίας στο Αιγαίο, η κυβέρνηση παραμένει σιωπηλή.
Η σιωπή αυτή είναι ένοχη, καθώς στο Μαξίμου αντιλαμβάνονται -ακόμα και αν δεν το παραδέχονται- πως η παράδοση εθνικής κυριαρχίας συνιστά έγκλημα. Και το έγκλημα δεν έγκειται μόνο στην υποχώρηση, αλλά και στο γεγονός πως ακόμα και οι Ιταλοί ζήτησαν άδεια από την Τουρκία για να κάνουν έρευνες μισό μίλι έξω από τα χωρικά ύδατα της Κάσου.
Νέα βόμβα
Η τουρκική «Χουριέτ» μάλιστα έριξε και μια νέα βόμβα, καθώς ανέφερε πως η Ελλάδα ζήτησε άδεια από την Τουρκία για να βυθίσει καλώδια στην Κάσο, κάνοντας τα τουρκικά μέσα να θριαμβολογούν λέγοντας πως η Ελλάδα αναγνώρισε το τουρκολιβυκό μνημόνιο.
Συγκεκριμένα, η τουρκική εφημερίδα «Χουριέτ» αναφέρει ότι «η μικρής διάρκειας ένταση με την Ελλάδα στο Αιγαίο επέφερε ένα ιστορικό βήμα. Οι ελληνικές Αρχές ζήτησαν άδεια από την Αγκυρα για τις δραστηριότητες του πλοίου πόντισης καλωδίων. Το ιστορικό αίτημα για άδεια σχολιάστηκε ως αποδοχή από την Ελλάδα των ζωνών θαλάσσιας δικαιοδοσίας», προσθέτοντας:
«Ενώ οι σχέσεις μεταξύ της Τουρκίας και της Ελλάδας έχουν εισέλθει πρόσφατα σε διαδικασία εξομάλυνσης, αυτή την εβδομάδα σημειώθηκε μικρής διάρκειας ένταση μεταξύ των δύο χωρών στο νότιο Αιγαίο. Ελληνικά σκάφη και ένα πλοίο με ιταλική σημαία επιχείρησαν να εισέλθουν στη ζώνη θαλάσσιας δικαιοδοσίας της Τουρκίας χωρίς άδεια στο πλαίσιο του έργου υποβρυχίου καλωδίου μεταξύ Κρήτης και ‘Ε/Κ ΔΝΚ’. Η Αγκυρα απάντησε στην κίνηση αυτή της Αθήνας με την ανάπτυξη πέντε πολεμικών πλοίων στην περιοχή. Ετσι, εμπόδισαν τα εν λόγω σκάφη να εισέλθουν στις τουρκικές ζώνες θαλάσσιας δικαιοδοσίας».
Για να διασωθεί η φήμη της κυβέρνησης αλλά και για να μην πληγεί περαιτέρω η διεθνής εικόνα της χώρας και το αποτρεπτικό της αποτύπωμα, στον χορό των δηλώσεων μπήκε και το υπουργείο Εθνικής Άμυνας.
Συγκεκριμένα, μέσω πηγών το υπουργείο Εθνικής Άμυνας ανέφερε: «Ουδείς “σεβασμός” επεδείχθη ή θα επιδειχθεί στο μέλλον από τις ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις σε παράνομες ενέργειες της Τουρκίας στη νομίμως οριοθετημένη ζώνη Ελλάδας – Αιγύπτου, όπως το Σύνταγμα της Ελληνικής Δημοκρατίας προβλέπει και επιβάλλει».
Πηγή: newsbreak.gr, εφημερίδα «δημοκρατία»