ο Αιγαίο είναι η φυσική άμυνα της πατρίδας μας. Είναι στρατηγικός κόμβος για τις συγκοινωνίες. Το Αιγαίο κάνει την Ελλάδα υπολογίσιμο ναυτικό και γεωπολιτικό παράγοντα. Στο Αιγαίο λοιπόν κρίνεται το στρατηγικό βάθος του Ελληνισμού αλλά και οι αντοχές του. Είναι καθήκον μας, καθήκον μας ιερό, να το υπερασπιστούμε πάση δυνάμει», υπογράμμισε ο Πρώην Πρωθυπουργός.
Ο κ. Καραμανλής στις πρώτες του κουβέντες δήλωσε συγκινημένος «για να τιμήσουμε μια μέρα πλήρη συμβολισμών και μηνυμάτων».
Μηνυμάτων, όπως είπε, που εμπνέουν και καθοδηγούν και που απευθύνονται σε πολλούς αποδέκτες για την Κάρπαθο, για τα Δωδεκάνησα, για το Αιγαίο μας, για την πατρίδα μας.
Ο πρώην πρωθυπουργός σημείωσε ότι η Κάρπαθος και όλα τα νησιά του Αιγαίου, παρόλο που βίωσαν την τραγωδία πολλών κατακτητών κατά τη διάρκεια των αιώνων, παρέμειναν ελληνικά, τόσο στη σύνθεση και τη συνείδηση του πληθυσμού τους όσο και ως προς την ιστορία και τον πολιτισμό τους. Η συνείδηση αυτή, αλλά και η φλόγα της προσμονής για απελευθέρωση και για ένωση με τον εθνικό κορμό, – υπογράμμισε – παρέμεναν άσβεστες και σε πλήρη εγρήγορση.
Ο κ. Καραμανλής ανέφερε ότι κατά την Επανάσταση του 1821, τα Δωδεκάνησα κατέβαλαν μεγάλο τίμημα σε θυσίες και καταστροφές, όπως το ολοκαύτωμα της Κάσου, αλλά δεν κατάφεραν να ενσωματωθούν στο Ελληνικό κράτος που δημιουργήθηκε. Όμως, συνέχισε, χρόνια μετά, η Κάρπαθος ενσάρκωσε με το παράδειγμά της τη λαχτάρα και την επαγρύπνηση και αυτού του κομματιού του Αιγαίου για απελευθέρωση από ξένους κατακτητές και για εθνική ολοκλήρωση. Αμέσως μετά την αποχώρηση των Γερμανών, χωρίς καμιά προετοιμασία, πόρους ή εφόδια, χωρίς συνεννόηση με τον έξω κόσμο, με μόνο οδηγό το εθνικό τους φρόνημα, πρόσθεσε ότι οι Καρπάθιοι επαναστάτησαν και σύντομα πήραν την εξουσία από τους Ιταλούς, ύψωσαν την ελληνική σημαία και ανακήρυξαν την απελευθέρωση του νησιού τους και της Κάσου και την ένωσή τους με την Ελλάδα.
«Πολύ σημαντικό ότι, σύμφωνα με τον πολιτισμό μας και το Διεθνές Δίκαιο του Πολέμου, οι Καρπάθιοι επέδειξαν παραδειγματικό σεβασμό της ζωής, της τιμής και της περιουσίας όλων των ηττημένων, στρατιωτικών και πολιτών. Τα μηνύματα πολλά. Πολλές φορές, κόντρα στα μεγέθη και τους ωμούς υπολογισμούς, οι επιλογές μας είναι μονόδρομος. Σήμερα, υπαγορεύονται από την ιστορία, αλλά και από ορθολογισμό, δηλαδή την ανάγκη να διαφυλάξουμε την ενότητα και την ασφάλεια του εθνικού μας χώρου και τα κατά το Διεθνές Δίκαιο δικαιώματα της χώρας μας που είναι συνδεδεμένα με ζωτικά συμφέροντά μας. Αυτό απαιτεί διαρκή προσήλωση στο στόχο. Δεν είναι κάτι που θα πετύχουμε απαραίτητα στο χρονικό διάστημα που θα το επιθυμούσαμε. Χρειάζεται, όμως, να μην παρεκκλίνουμε από το στόχο, να προετοιμαζόμαστε και να διαβάζουμε τη συγκυρία, ώστε όταν αυτή το επιτρέψει, να την αξιοποιήσουμε με αποφασιστικότητα», τόνισε.
Και συμπλήρωσε: «Αυτό έκαναν και οι Καρπάθιοι τις μέρες εκείνες. Για αιώνες ήταν προσηλωμένοι στο στόχο τους. Αλλά η επιλογή τους ήταν μία. Και όταν ήρθε η κατάλληλη συγκυρία, με θάρρος και αποφασιστικότητα, δρομολόγησαν τις εξελίξεις. Ένα μικρό νησί, απομονωμένο, μέσα σε μια αβέβαιη πολεμική συγκυρία, με ελάχιστα μέσα, έκανε το καθήκον του. Είναι χαρακτηριστική η αποστολή των 7 ανδρών που διέσχισαν με ένα μικρό καΐκι τη Μεσόγειο, υπό αντίξοες συνθήκες, για να μεταφέρουν στην Αίγυπτο, στην ελληνική κυβέρνηση και τους Συμμάχους, το μήνυμα της απελευθέρωσης και της Ένωσης με την Ελλάδα. Μπροστά στις αντιξοότητες, εν μέσω θαλάσσης, είναι χαρακτηριστική η γνωστή φράση ενός από αυτούς: «Εμπρός, μόνο εμπρός είναι ο σκοπός μας». Λίγες μέρες μετά, οι Σύμμαχοι έφταναν στο νησί. Το ίδιο βράδυ, το BBC χαρακτήριζε το γεγονός αυτό της απελευθερώσεως της Καρπάθου μοναδικό στα χρονικά του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου».
Ο πρώην πρωθυπουργός είπε στη συνέχεια πως τα Δωδεκάνησα, όπως και όλο το Αιγαίο, έχουν τεράστια γεωπολιτική σημασία.
«Ιδιαίτερα στις μέρες μας, με τις κρίσεις στην περιφέρειά μας, στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, η σημασία αυτή καθίσταται ακόμα πιο επίκαιρη. Η σημασία της Αλεξανδρούπολης στο Βορρά και της Σούδας στο Νότο έχουν εμπεδωθεί διεθνώς. Οι εμπορικές και στρατιωτικές διελεύσεις μέσω του Αιγαίου είναι ζωτικής σημασίας για εμάς και τους εταίρους μας. Ακόμη πιο σημαντικό, στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο βρίσκονται τα νοτιοανατολικά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δεν μπορεί η Ελλάδα να μην έχει τον έλεγχο της περιοχής, προκειμένου να διασφαλίζει την ασφάλεια και τη σταθερότητα εκεί, για την ίδια και τους εταίρους της. Και το κυριότερο, σε ένα χώρο που είναι γεμάτος από ελληνικά νησιά, από ελληνικά εδάφη, και του οποίου η ενότητα με τον ηπειρωτικό χώρο πρέπει να είναι πάντα διασφαλισμένη», ανέφερε.
Και τόνισε αναφερόμενος στη στάση της ‘Αγκυρας: «Όμως στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, η Τουρκία, εδώ και πάρα πολλά χρόνια, επιχειρεί να παρεμποδίσει την Ελλάδα στην άσκηση των δικαιωμάτων και αρμοδιοτήτων της, όπως απορρέουν από το Διεθνές Δίκαιο και τους Διεθνείς Οργανισμούς. Ας μην γελιόμαστε. Οι διεκδικήσεις της ‘Αγκυρας είναι αυθαίρετες και πάντως ανυπόστατες. Όσο καλή διάθεση και αν έχει η Ελλάδα για διάλογο και ειρήνη με την Τουρκία, όσο και αν κάποιοι προσπαθούν να βρίσκουν κάποιο δίκιο στην Τουρκία εκεί που δεν υπάρχει, προκειμένου να φανούν δίκαιες και λογικές οι παραχωρήσεις, η αλήθεια είναι αυτή. Με τη σταθερή επιμονή της σε αυτές τις διεκδικήσεις από τη δεκαετία του ’70 και μετά, η Τουρκία επιδιώκει να τις νομιμοποιήσει, να εθίσει εμάς και τη διεθνή κοινότητα σε αυτές και να τις κάνει από την πίσω πόρτα ζητήματα προς διαπραγμάτευση. Με τις προκλήσεις και τις απειλές, επισείει το φόβητρο του πολέμου, προκειμένου να κάνει πολύ υψηλό το κόστος της επιμονής στο δίκαιο, για εμάς και τη διεθνή κοινότητα. Με το δόγμα της Γαλάζιας Πατρίδας που επισήμως έχει υιοθετήσει η Τουρκία, έχει καταστήσει το όραμά της για έλεγχο του μισού Αιγαίου και ηγεμονία στην Ανατολική Μεσόγειο επίσημο εθνικό δόγμα, το οποίο υπηρετεί με σχέδιο και πρόγραμμα. Δεν είναι μπλόφα. Δεν είναι διαπραγματευτικό χαρτί. Το έχει εισάγει στα σχολικά βιβλία και το διδάσκει στις νέες γενιές με σκοπό να τις γαλουχήσει και να τις προετοιμάσει σε βάθος χρόνου για την υλοποίηση αυτού του στόχου. Η Ελλάδα σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί, με πρόσχημα την καλή θέληση και την ανάγκη ειρήνης και συνεργασίας, να κάνει εκπτώσεις που θα διευκολύνουν την Τουρκία στην υλοποίηση αυτού του οράματος. Γιατί το καθετί που κερδίζει η Τουρκία θα αποτελεί κεκτημένο προς τη μακροπρόθεσμη πραγματοποίηση αυτού του οράματος, όχι αντίτιμο για την εξασφάλιση της ειρήνης».
Ο πρώην πρωθυπουργός επισήμανε: «Ασφαλώς, ιδανικά, όλοι θέλουμε μια Τουρκία δίπλα μας, με την οποία θα μπορούμε να ζούμε με ειρήνη και συνεργασία. Και, οπωσδήποτε, πρέπει να το επιδιώκουμε αυτό. Είναι μια χώρα που η γεωγραφία ορίζει πως πρέπει να ζούμε μαζί της ως γείτονες. Είναι θετικό όταν και αν το κλίμα στις μεταξύ μας σχέσεις, από έντονα συγκρουσιακό, κινείται στην κατεύθυνση της ύφεσης. Και, ασφαλώς, πρέπει να εξαντλήσουμε την όποια ευκαιρία παρουσιαστεί για επίλυση της διαφοράς μας για την οριοθέτηση ΑΟΖ κι υφαλοκρηπίδας. Θα πρέπει, όμως, όταν προσερχόμαστε στο όποιο διάλογο με την Τουρκία, να είμαστε πρώτα από όλα εμείς ξεκάθαροι ως προς το τι συζητάμε και ποια πράγματα μπορούμε να διαπραγματευτούμε. Και να το κάνουμε μετά ξεκάθαρο τόσο στην Τουρκία όσο και σε εταίρους και συμμάχους. Γιατί γίνεται μια παρεξήγηση. Πολλοί λένε ότι έχει και η Τουρκία δικαιώματα στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Κανένας δεν αρνήθηκε τα δικαιώματα της Τουρκίας. Τα δικαιώματα εκείνα, όμως, που απορρέουν από το Διεθνές Δίκαιο και από τις Διεθνείς Συνθήκες και όχι αυτά που ονειρεύεται η ίδια με τις θεωρίες περί γκρίζων ζωνών και τις φιλοδοξίες της περί Γαλάζιας Πατρίδας ή συνόρων της καρδιάς της.
Δεν είναι λάθος να υπάρχουν δίαυλοι διαλόγου με την Τουρκία. Λάθος θα ήταν αν γίνεται εσφαλμένη ανάγνωση των προθέσεών της. Η Τουρκία δεν θέτει απλώς κάποια ζητήματα για τα οποία καλοπροαίρετα έχει διαφορετική άποψη από την δική μας, τα οποία ενδεχομένως θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν στα πλαίσια του Διεθνούς Δικαίου. Η δηλωμένη στόχευση της Τουρκίας είναι να ανατρέψει το υφιστάμενο καθεστώς, όπως προβλέπεται από το Διεθνές Δίκαιο και τις διεθνείς Συνθήκες, να διασπάσει την ενότητα του Ελληνικού χώρου και να επιβάλλει το imperium της στην ευρύτερη περιοχή. Με απλά λόγια, κινείται συστηματικά και διαχρονικά στην κατεύθυνση του αναθεωρητισμού και της διασφάλισης ηγεμονικής θέσης. Εάν το επετύγχανε αυτό, η Ελλάδα θα υποβιβαζόταν σε χώρα υποτελή και εξαρτώμενη από αυτήν».
Ο Κώστας Καραμανλής σημείωσε πως ηχηρός μάρτυρας των προθέσεων της Τουρκίας είναι το Τουρκο – Λιβυκό Μνημόνιο: «Πρόκειται για μια πασιφανώς παράλογη και παράνομη ενέργεια που είναι ανυπόστατη και δεν παράγει έννομα αποτελέσματα. Η Τουρκία, ωστόσο, χωρίς να έχει καμία επαφή με τη Λιβύη, γεωγραφικά και νομικά, σαν να μην υπάρχουν τα ελληνικά νησιά στην περιοχή, μοίρασε με τη Λιβύη την ΑΟΖ της Ελλάδας. Και, παρόλο που έχει καταδικαστεί από όλη τη διεθνή κοινότητα για αυτήν την εξόφθαλμη παρανομία της, εξακολουθεί να κάνει πως δεν καταλαβαίνει. Όμως είναι ακριβώς αυτό που διεκδικεί και για το υπόλοιπό Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Να αγνοηθούν τα ελληνικά νησιά και εκεί και να μοιραστεί ο θαλάσσιος χώρος σαν να μην υπάρχουν.
Το μόνο πράγμα για το οποίο το Διεθνές Δίκαιο μας καλεί να διαπραγματευτούμε με την Τουρκία είναι η οριοθέτηση ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας. Για τίποτα άλλο. Και να διαπραγματευτούμε με βάση τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου και τίποτα άλλο. Αλλά και η επίκληση των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου δεν αποτελεί πανάκεια και δεν αρκεί από μόνη της. Η Ελλάδα πρέπει να αξιοποιεί όλες τις ευκαιρίες, τις δυνατότητες και τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που έχει σαν χώρα, αλλά και όλα τα εργαλεία που προσφέρει το Διεθνές Δίκαιο, προκειμένου να μεγιστοποιήσει τα οφέλη της κατά την οριοθέτηση της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας. Αυτό είναι το αυτονόητο, αυτό κάνουν όλες οι χώρες του κόσμου. Κανείς Έλληνας δεν διανοείται ότι, προκειμένου να ικανοποιηθεί η Τουρκία και να οδηγηθεί σε διαπραγμάτευση, θα κάναμε από μόνοι μας εκπτώσεις στην αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων μας. Η συμφωνία δεν είναι αυτοσκοπός. Η συμφωνία πρέπει να διασφαλίζει την ασφάλεια και τα συμφέροντά μας σε όλο τον ελλαδικό χώρο. Ούτε διασφαλίζεται η ειρήνη και η σταθερότητα με υποχωρήσεις. Αντιθέτως ενθαρρύνεται η επιθετικότητα και η βουλιμία της άλλης πλευράς».
Ο πρώην πρωθυπουργός πρόσθεσε πως η Ελλάδα πολλά πλεονεκτήματα: «Η επέκταση των χωρικών μας υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια είναι ένα μονομερές και αναφαίρετο δικαίωμά μας, κατοχυρωμένο από το Διεθνές Δίκαιο, που δεν υπόκειται σε διαπραγμάτευση με την Τουρκία. Οποιαδήποτε διευθέτηση θα πρέπει να διασφαλίζει αυτό το δικαίωμα. Και, σε κάθε περίπτωση, οποιαδήποτε οριοθέτηση είτε προσφυγή στη Χάγη θα πρέπει να διασφαλίζει ότι αυτό το δικαίωμα θα ληφθεί υπόψη και δεν θα οδηγηθούμε σε μια οριοθέτηση που θα ακυρώνει τη δυνατότητα μελλοντικής επέκτασης εκ μέρους της Ελλάδας.
Επιπλέον, η Ελλάδα πρέπει να καθιστά σαφές ότι είναι αποφασισμένη να διεκδικήσει το μέγιστο της οριοθέτησης που της επιτρέπει το Διεθνές Δίκαιο. Γιατί, σε μια διαπραγμάτευση, είναι καίριες οι προπαρασκευαστικές ενέργειες που κάνεις, ώστε να μεγιστοποιήσεις τα κέρδη σου. Αλλά και τα μηνύματα που περνάς προς την άλλη πλευρά και προς τη διεθνή κοινότητα. Γι΄ αυτό θα επισημάνω ορισμένα πράγματα. Θα πρέπει να καταθέσουμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό της χώρας, συμμορφούμενοι με την αντίστοιχη κοινοτική οδηγία. Είμαστε υποχρεωμένοι να το κάνουμε αυτό και είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να αποτυπωθούν τα δικαιώματά μας με τη σφραγίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στο πλαίσιο αυτό, μπορεί επίσης κάλλιστα να ενταχθεί η ενεργοποίηση της ανακήρυξης της ΑΟΖ με βάση τη μέση γραμμή, κατά τον Ν. 4001/2011 και τους όρους και τις προϋποθέσεις του Διεθνούς Δικαίου της θάλασσας. Είναι απολύτως σύμφωνη με το Διεθνές Δίκαιο και δεν εμποδίζει την όποια διαπραγμάτευση. Ο Χάρτης της Σεβίλλης που απεικονίζει ακριβώς την ΑΟΖ που δικαιούται η Ελλάδα χρησιμοποιείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση και πρέπει να τον αξιοποιούμε. Πρέπει να προχωρήσει το κλείσιμο των κόλπων και η χάραξη ευθειών γραμμών βάσης που θα επεκτείνουν το χώρο που δικαιούται η Ελλάδα. Και ένα ακόμη πολύ βασικό. Οφείλουμε να διαφυλάξουμε και να ενισχύσουμε την οικονομική δραστηριότητα σε κάθε νησί και βραχονησίδα».
Και πρόσθεσε: «Αυτό, λοιπόν, είναι το μόνο πράγμα που μπορούμε να συζητήσουμε με την Τουρκία, αλλά αυτό είναι και το πλαίσιο και οι προϋποθέσεις για μια λύση δίκαιη για την Ελλάδα που θα διασφαλίζει την ασφάλεια, την ακεραιότητα και τα συμφέροντά της. Τι άλλο θα μπορούσαμε να συζητήσουμε ή να παραπέμψουμε στη Χάγη; Το αν ελληνικά νησιά και βραχονησίδες θα δοθούν στην Τουρκία; Πέρα από το παράλογο του πράγματος, αυτά έχουν λυθεί από Διεθνείς Συνθήκες δεκαετίες τώρα. Όμως, όσο η Τουρκία δεν λογικεύεται ως προς αυτό, πως θα καταλήξουμε σε συμφωνία για τις ΑΟΖ; Πού θα αποδοθεί η ΑΟΖ αυτών των νησιών; Και, φυσικά, δεν μπορεί να γίνεται λόγος περί αποστρατιωτικοποίησης των νησιών ή περί μερικής αποστρατιωτικοποίησης. Οι δυνάμεις αυτές εγγυώνται όχι μόνο την άμυνα των νησιών μας, αλλά και – ακόμα βασικότερο – την αποτροπή. Οτιδήποτε και να επικαλείται η Τουρκία, υπέρτερο όλων είναι το δικαίωμα κάθε κράτους στην άμυνα με βάση τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ, καθώς και με βάση το Διεθνές Δίκαιο, γραπτό και εθιμικό. Πόσο μάλλον έναντι μιας χώρας που έχει εισβάλει στην Κύπρο και επί 50 χρόνια κατέχει το 37% του εδάφους της, απειλεί τη χώρα μας με πόλεμο με το casus belli, αλλά και με πολλές άλλες ευκαιρίες, διεκδικεί νησιά μας πολλές φορές και με πολεμική ρητορική και έχει σταθμεύσει απέναντι από τα νησιά μας τη λεγόμενη Στρατιά του Αιγαίου, με το μεγαλύτερο αποβατικό στόλο στην Ευρώπη. Συγχρόνως, η Ελλάδα είναι υπόχρεη και έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διασφαλίζει την υπεράσπιση και την ακεραιότητα των νοτιοανατολικών συνόρων της Ένωσης».
Ο κ. Καραμανλής τόνισε πως προφανώς είναι αδιανόητη η εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων στην Τουρκία σε περιοχές που βρίσκονται δυτικά των Ελληνικών νησιών του Ανατολικού Αιγαίου.
«Όπως ο ίδιος ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε τονίσει στον πρόεδρο των ΗΠΑ George Bush τον πρεσβύτερο, κατά την επίσκεψη του στην Ελλάδα τον Ιούλιο του 1991, αν η Τουρκία αποκτήσει υφαλοκρηπίδα δυτικά των νησιών, τότε τα νησιά μας σταδιακά θα περιέλθουν στον έλεγχο της Τουρκίας και θα διασπαστεί η ενότητα και η συνεκτικότητα της Ελληνικής επικράτειας. Ακόμα, η Τουρκία επιχειρεί συνεχώς να επιτύχει την αναγνώριση της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης ως τουρκικής, με απώτερους μάλιστα σκοπούς. Πλέον προσπαθεί σιγά σιγά να δημιουργήσει και άλλο ζήτημα. Θέτει θέμα «ομογενών» της στα Δωδεκάνησα. Η συνθήκη της Λωζάνης είναι ξεκάθαρη και αναφέρεται σε μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης. Μουσουλμανική μειονότητα, η οποία αποτελείται από τρεις εθνοτικές ομάδες, εξίσου σημαντικές. Το μέλος της κάθε μιας απ΄αυτές μπορεί να επικαλείται την εθνοτική του καταγωγή, τουρκογενή, πομακική ή ρομά, στο πλαίσιο του ατομικού αυτοπροσδιορισμού. Αλλά δεν μπορεί κανείς εκ του πονηρού να συγχέει Συνθήκες που αφορούν τα σύνολα, όπως η Συνθήκη της Λωζάνης, με Συνθήκες και πρόνοιες που αφορούν τα άτομα και τα ατομικά δικαιώματα. Η Ελλάδα είναι μια Ευρωπαϊκή δημοκρατία που ακολουθεί μια σύγχρονη μειονοτική πολιτική που προάγει την ευημερία της μειονότητας. Κανένα άλλο κράτος, πολύ δε περισσότερο ένα κράτος που ευθύνεται για τον σχεδόν αφανισμό της ελληνικής μειονότητας στην Τουρκία, δεν πρέπει να διανοείται ότι μπορεί να έχει λόγο στις εσωτερικές μας υποθέσεις και να προβάλλει απαιτήσεις. Ούτε είναι νοητό να συνδέεται η εθνοτική καταγωγή με αλυτρωτικές στοχεύσεις», υπογράμμισε.
Ο πρώην πρωθυπουργός είπε επίσης ότι καίρια προτεραιότητα είναι πάντα ο Κυπριακός Ελληνισμός.
«Όχι μόνο γιατί είναι αναπόσπαστο τμήμα του Έθνους. Αλλά και διότι το τόξο που σχηματίζουν τα δύο κράτη μας αποτελεί ένα μοναδικό συγκριτικό πλεονέκτημα που αναβαθμίζει με τον πιο κατακόρυφο τρόπο τη γεωπολιτική σημασία του Ελληνισμού. Αυτό ακριβώς φοβάται η Τουρκία και αυτό ακριβώς προσπαθεί να ακυρώσει. Μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι ο Ελληνισμός αποτελεί τα νοτιοανατολικά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι το προπύργιό της σε μια πολύ κρίσιμη περιοχή. Γι αυτό και η λύση του Κυπριακού μάς αφορά άμεσα και θα πρέπει να γίνει με τρόπο που να είναι σύμφωνος με τις αποφάσεις των οργάνων των Ηνωμένων Εθνών, αλλά και που να συνάδει με το κοινοτικό κεκτημένο. Και σίγουρα με τρόπο που να είναι λειτουργικός και βιώσιμος και όχι να καθιστά το Κυπριακό κράτος όμηρο της Τουρκίας».
Ο κ. Καραμανλής επισήμανε πως για την αντιμετώπιση των παραπάνω προκλήσεων, θα πρέπει να στηριχθούμε στις δικές μας δυνάμεις και δεν μπορούμε να περιμένουμε τίποτα από κανέναν. «Όμως, είναι παρ΄όλα αυτά σημαντικό να οικοδομούμε και ισχυρές συμμαχίες, στη βάση διμερών ή πολυμερών συμφωνιών, που αναβαθμίζουν τη θέση μας στην περιοχή. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να εργαζόμαστε αδιάλειπτα για την ανάδειξη των προβλημάτων με την Τουρκία ως Ευρω-τουρκικών και όχι αμιγώς ελληνοτουρκικών. Τα τελευταία χρόνια, ο τρόπος που λειτουργεί η ‘Αγκυρα έχει αρχίσει να απασχολεί περισσότερο εταίρους και συμμάχους. Κορυφαίο παράδειγμα η χρησιμοποίηση από την Τουρκία των μεταναστών ως όπλο που αντιμετωπίσαμε επιτυχώς στον Έβρο πριν λίγα χρόνια και που κατέστησε σαφές ότι η Ελλάδα υπερασπίζεται Ευρωπαϊκά σύνορα απέναντι σε υπαρκτή απειλή. Αυτό, όμως, από μόνο του δεν αρκεί. Είναι απολύτως απαραίτητα να περνάμε και εμείς στη διεθνή κοινότητα τα σωστά μηνύματα για την Τουρκία και να μην αφήνουμε περιθώρια για παρερμηνείες και ψευδαισθήσεις», συμπλήρωσε.
Ανέφερε δε πως είναι γνωστό ότι πάντα υπάρχουν επιτήδειοι τρίτοι που για δικούς τους λόγους ευνοούν μια εφ΄όλης της ύλης ελληνοτουρκική διαπραγμάτευση, που θα συμπεριλαμβάνει όλες τις αβάσιμες αξιώσεις της Τουρκίας.
«Με απώτερο στόχο έναν συμβιβασμό διανομής του Αιγαίου με βάση, όχι αποκλειστικά το Διεθνές Δίκαιο, αλλά επί της ουσίας αυτές τις ίδιες τις αξιώσεις της Τουρκίας. Με άλλα λόγια να γίνει αντικείμενο διαλόγου ή παραπομπής στο Διεθνές Δικαστήριο η Ελληνική κυριαρχία επί νήσων ή βραχονησίδων κατά την καινοφανή θεωρία των λεγόμενων «γκρίζων ζωνών». Κανένα κράτος που σέβεται στοιχειωδώς τον εαυτό του δεν διανοείται να θέσει υπό δικαστική κρίση την εθνική του κυριαρχία και την εδαφική του ακεραιότητα. Και είναι χρέος ιστορικής ακρίβειας να υπογραμμισθεί ότι ήταν η κυβέρνηση Σαμαρά, τον Ιανουάριο του 2015, που απέκλεισε οριστικά και αμετάκλητα τέτοιο ενδεχόμενο με δήλωση προς τον ΟΗΕ ότι η Ελλάδα δεν αναγνωρίζει την υποχρεωτική δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου, δηλαδή το δικαίωμα μονομερούς προσφυγής σε αυτό, για θέματα εδαφικής κυριαρχίας, συμπεριλαμβανομένων των χωρικών υδάτων, όπως και για θέματα εθνικής ασφάλειας», ανέφερε.
Και υπογραμμισε: «Να ξεκαθαρίσω ότι δεν αμφισβητώ τον πατριωτισμό και τις αγαθές προθέσεις κανενός. Θεωρώ όμως χρήσιμες τις επισημάνσεις που στοχεύουν στην βελτιστοποίηση της εθνικής μας στρατηγικής, ειδικά όταν προέρχονται από όσους έχουν χειριστεί τα θέματα αυτά από θέσεις ευθύνης. Σε τελική ανάλυση κοινή είναι η αγωνία και η έγνοια για την υπεράσπιση των εθνικών μας δικαίων».
ΑΠΕ-ΜΠΕ