Με την υπερηφάνεια που ξεχειλίζει σε κάθε αναφορά της στον πατέρα της, η Ζωή Κωνσταντοπούλου ανάρτησε στα social media το άρθρο που έγραψε ο Νίκος Κωνσταντόπουλος στην «Καθημερινή της Κυριακής». Σε έξι σημεία, ο κορυφαίος νομικός και πρώην πρόεδρος του Συνασπισμού ανέδειξε τη γελοιογραφία ως ταυτότητα.
«Η γελοιογραφία ως ταυτότητα: το βαρυσήμαντο άρθρο του Νίκου Κωνσταντόπουλου στην Καθημερινή της Κυριακής, δίνει τον τόνο, την ποιότητα και τις απαντήσεις ενός πραγματικού πολιτικού άνδρα που η ζωή του είναι γεμάτη αγώνες, διεκδικήσεις, προσπάθεια, ανυποχώρητη κι ακούραστη υπεράσπιση των αδυνάμων και των ασθενεστέρων, προάσπιση των δικαιωμάτων και των ελευθεριών όλων των ανθρώπων, με κόστος.
Ενός ανθρώπου που αγωνίστηκε για την ισότητα και τη δημοκρατία, βασανίστηκε και φυλακίστηκε επί 4 χρόνια από τη Χούντα και ποτέ δεν πρόδωσε τους συναγωνιστές του, τους συντρόφους και τις ιδέες του. Ενός ανθρώπου που βγήκε από το φοιτητικό κίνημα κι υπηρέτησε με ήθος, κύρος και αποφασιστικότητα τα κοινωνικά κινήματα, την οικολογία, την Αριστερά, πρωτίστως την κοινωνία, ως δικηγόρος, υπερασπιστής πάμπολλων αγωνιστών και σωματείων, Πρόεδρος επί 11 χρόνια του Συνασπισμού.
Αυτό το υπόδειγμα πολιτικού μπορεί να εμπνεύσει τους πολλούς και σημαντικούς αγώνες που πρέπει να δοθούν σήμερα, τους αγώνες που δίνει κι υπηρετεί η Πλεύση Ελευθερίας, με πράξεις κι όχι “στα λόγια” ή “στα ψέματα”», έγραψε στον πρόλογό της η Ζωή Κωνσταντοπούλου και αφού ευχήθηκε «καλό μήνα», στη συνέχεια αναδημοσίευσε όλο το άρθρο.
«Η γελοιογραφία ως ταυτότητα.
Του Νίκου Α. Κωνσταντόπουλου
νομικού, πρώην Προέδρου του ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ
1. Αυτά που διαδραματίζονται και συντελούνται μπροστά στα μάτια μας, στον δημόσιο βίο, δεν είναι περαστικά και ευκαιριακά γεγονότα, αιφνιδιαστικά κι αναπάντεχα, όσο κι αν ενσκήπτουν ως ακραία φαινόμενα. Όλα έχουν αιτιώδη διαδρομή, αποκαλυπτικές εξηγήσεις και δραματικές διαχρονικές συνέπειες. Η σημερινή πραγματικότητα είναι “η ιστορία εν τω γίγνεσθαι”, του παρόντος και του μελλοντικού, συλλογικού και προσωπικού χρόνου και βίου. Αυτή η ζώσα ιστορικότητα της καθημερινότητας, είναι το υπαρκτό πεδίο στο οποίο δοκιμάζονται κοινωνικές αξίες και πολιτικές δράσεις, οι θεσμικές και πολιτισμικές λειτουργίες της συνταγματικής δημοκρατικής πολιτείας μας. Άλλωστε, ουσιαστικό και δυναμικό κριτήριο για την αξιόπιστη και ομαλή λειτουργία του πολιτεύματος μίας χώρας, είναι η ποιότητα και οι δημιουργικές συνθήκες στο δημόσιο χώρο. Γι’ αυτό και η διεκδίκηση δημόσιου βίου με διαφάνεια, δημοκρατική νομιμότητα, δικαιοσύνη και αλληλεγγύη, είναι από τα συνταγματικά δικαιώματα αντίστασης στη διαφθορά και την διαπλοκή, στις ανισότητες και αδικίες, στην αυθαιρεσία και ανεπάρκεια. Είναι δικαιώματα πραγματικής άσκησης κι όχι φραστικής διακήρυξης, που ριζοσπαστικοποιούν την πολιτική και κοινωνική παρέμβαση, απέναντι στα κηρύγματα ρεαλιστικού πραγματισμού, που γίνεται πρόσχημα ενός διαβρωτικού αμοραλισμού.
2. Κάθε χρόνο, όλες τις εποχές, τραυματικά γεγονότα και καταστροφικές απώλειες, ματώνουν, μικραίνουν και φτωχαίνουν την Ελλάδα. Το διαρκές χρονολόγιο των κρίσεων, είναι το εξουθενωτικό κοινωνικοπολιτικό μαρτυρολόγιο. Η δημοκρατική Ελλάδα, σε διαρκή κρίση, είναι πια μια προβληματική κι αντιφατική Ελλάδα, με δραματικά περιορισμένη την ενατένιση του ορίζοντα των επόμενων δεκαετιών, με την αυτογνωσία, συνοχή και αισιοδοξία που αξίζει κι έχει τις δυνάμεις να κατακτήσει. Συντελούνται εθνικές τραγωδίες, που αποτελούν ιστορικό συλλογικό τραύμα, έτσι όπως επαναλαμβάνονται, αθροίζοντας απώλειες κοινωνικού και παραγωγικού δυναμικού, συλλογικών αγαθών και πόρων. Πρόσθετη διάσταση αυτής της εθνικής τραγωδίας και του συλλογικού τραύματος, αποτελεί το γεγονός ότι απέναντι στην διαβρωτική πολυκρίση, το θεσμικό-πολιτικό σύστημα διακυβέρνησης και κρατικής λειτουργίας βρίσκεται διαρκώς αναποτελεσματικό και αναξιόπιστο, διαβρωμένο και στρεβλό, με εντεινόμενη κρίση αντιπροσώπευσης και νομιμοποίησης, σταθερά σε απόσταση από την δοκιμαζόμενη πραγματικότητα. Οι εναλλασσόμενες διακηρύξεις των κομμάτων που άσκησαν κυβερνητική εξουσία, για “δομικές αλλαγές”, “εκσυγχρονισμό”, “επανίδρυση του κράτους”, “αναδιάρθρωση με αριστερό πρόσημο”, “επιτελικό κράτος και μεταρρυθμίσεις”, αποτελούν δημαγωγική διαχείριση των προβλημάτων από τον πελατειακό κομματικό κυβερνητισμό, χωρίς εθνικό στρατηγικό σχεδιασμό, για ορθολογική αξιοποίηση δυνάμεων, πόρων, ευκαιριών και χρόνου.
3. Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες είναι ανιστόρητο και φαιδρό, έως αποκρουστικό και αυτοκαταστροφικό, να κατακλύζεται ο δημόσιος βίος από συμπτώματα ξεπεσμού και κατάντιας. Οι επικοινωνιακές σκηνοθεσίες προβάλλουν διαθέσιμα προϊόντα ευκαιρίας του νοσηρού δημοσίου βίου, με κουραστικές κοινοτοπίες για νεωτερικά, μοντέρνα και χαρισματικά χαρακτηριστικά. Έτσι ακούγονται οι επιπόλαιες, αν όχι αναιδείς και αισθητικά προκλητικές διακηρύξεις των δρομολογημένων τακτικισμών, που αυτοεκθειάζονται ως “η φωνή της κοινωνίας” και “το φως που νικάει”, “το νέο που επικρατεί”. Η σημειολογία της παρακμής μετασχηματίζεται επικοινωνιακά σε ρητορεία της αλλαγής. Η λαχτάρα του πολίτη και η αγωνία της κοινωνίας για το συνολικό μετασχηματισμό της συλλογικής μας ζωής, εργαλειοποιείται δημοσκοπικά, μετατρέποντας το δημόσιο βίο σε τσίρκο, προς θέαση και τέρψη. Πέρα, όμως, από τα διαθέσιμα πρόσωπα, που θέλουν προετοιμασμένους ρόλους πολιτικής κι εθνικής ηγεσίας, υπάρχουν οι συλλογικές λειτουργίες, φανερές και παρασκηνιακές, κομματικών και πολιτικών χώρων, που εκτρέφουν, “ανέχονται”, δρομολογούν και νομιμοποιούν τέτοιες καταστάσεις. Αυτά που συμβαίνουν, με τρόπο θορυβώδη και καταιγιστικό στο δημόσιο, πολιτικό και κομματικό πεδίο, δεν είναι πολιτική. Είναι ο,τιδήποτε άλλο, εκτός από πολιτική. Δεν είναι ανανεωτικός, ανορθωτικός οραματισμός. Είναι ένας μεταμφιεσμένος “αγοραίος μεσσιανισμός”, επιζήμιος κι επικίνδυνος, όταν εκδηλώνεται σε κρίσιμες και μεταβατικές συγκυρίες, σε αναστατωμένες και πληγωμένες κοινωνίες, σε πολίτες ανασφαλείς, πολλαπλά απογοητευμένους και πανταχόθεν βαλλόμενους.
4. Ο “ΣΥΡΙΖΑ” έχει πρόσθετη κι αποκλειστική ευθύνη για όσα αλλοτριωτικά συμβαίνουν και πανηγυρίζονται. Πέρα από την ευθύνη μιας διακυβέρνησης απαράδεκτης και μιας αντιπολίτευσης χωρίς συνέπεια, πέρα από την κομματική του λειτουργία, που μετέτρεψε τις δημοκρατικές διαδικασίες σε αρχηγικές. Έχει την ευθύνη της εκκόλαψης αυτού του εκφυλιστικού φαινομένου, που μεταλλάσσει την ταυτότητα και την υπόσταση, τις ιστορικές και κοινωνικές αναφορές ενός πολιτικού φορέα και τις μετατρέπει σε αγοραίο προϊόν, ενός χωρίς όρια και αιδώ παραγοντισμού. Δεν πρόκειται περί συνασπισμού κοινωνικών και πολιτικών συλλογικοτήτων, αλλά περί συνεταιρισμού μετόχων, που συνυπάρχουν με κοινό δεσμό, πια, την εξουσιοθηρία, κομματική και κυβερνητική. Δεν πρόκειται περί ριζοσπαστικής πολιτικής, αλλά περί τυχοδιωκτικής συναρμογής και προσαρμογής ομαδοποιημένων στελεχών, που συμπεριφέρονται ως ιδιοκτήτες του εσωκομματικού κατεστημένου, καθοδηγητές της κοινωνίας κι εντολοδόχοι της ιστορίας. Αυτός ο κομματικός χώρος έτσι όπως πολιτεύτηκε στην διακυβέρνηση και στην αντιπολίτευση, αλλά και τώρα για την αλλαγή ηγεσίας, δεν έχει καμία σχέση με ό,τι η πολιτική κοινωνιολογία, θεωρία και ιστορία κοινωνικών αγώνων και ιδεών, προσδιορίζει ως ριζοσπαστική κι ανανεωτική αριστερά, διακριτή και διαμορφωτική πολιτισμικής, δημοκρατικής και κοινωνικής κουλτούρας.
5. Τα κόμματα δεν πεθαίνουν ούτε δολοφονούνται. Εκφυλίζονται και αυτοκαταστρέφονται. Δεν είναι οι επιδρομείς που αλώνουν ηγεσίες και μηχανισμούς. Είναι εκείνοι, που παριστάνουν τους οπλαρχηγούς του κομματικού κατεστημένου, χωρίς να καταλαβαίνουν που πατούν και που πηγαίνουν, προδίδοντας, για άλλη μία φορά, την κοινωνική και πολιτική βάση, τα απλά μέλη, τις αρχές και αξίες της ριζοσπαστικής αριστεράς, επιβάλλοντάς τους ως καθοδήγηση τον αυτοεξευτελισμό τους. Η Αριστερά δεν τελειώνει διότι διάφοροι λαφυραγωγοί διαμοιράζονται τα ιμάτιά της. Αυτά που συμβαίνουν στον ΣΥΡΙΖΑ με τον Αλέξη Τσίπρα να βρίσκει την φωνή του, ως πρώην Πρωθυπουργός και “χαρισματικός πολιτικός”, όχι για τις δολοφονικές φωτιές και πλημμύρες, ούτε για τις ανθρωποκτονίες στο λιμάνι του Πειραιά, στο γήπεδο και στη Λιβύη, αλλά μόνο για να πανηγυρίσει την εκλογή του διαδόχου του και να χαριεντιστεί μαζί του, με κοινοτοπίες περί παρακαταθήκης και κοινωνικούς αγώνες εν αναμονή των παραγγελμάτων τους, βρίσκονται πέραν της μελαγχολίας της Αριστεράς. Στα όρια της γελοιογραφικής συμπεριφοράς. Πέραν του βαθμού μηδέν της πολιτικής, υπάρχει η απύθμενη ηθικοκοινωνική και πολιτικό-ιστορική εξαχρείωση και εξάχνωση.
6. Κι όμως υπάρχουν οι διανοητές κι αγωνιστές για μία Αριστερά του 21ου αιώνα. Δεν είναι μόνο οι κεκράχτες και χειροκροτητές του εκάστοτε αρχηγισμού, οι ντελάληδες και διαμεσολαβητές της όποιας μετάλλαξης πασχίζει να προωθηθεί στην πολιτική αγορά, ως “κύμβαλον αλαλάζον” και “μόσχος σιτευτός”. Αυτοί που υπάρχουν, οφείλουν να βγουν και να μιλήσουν στον κόσμο. Η ώρα της κρίσης είναι η ώρα της ευθύνης.
Νίκος Α. Κωνσταντόπουλος».