«Από την πρώτη στιγμή της πανδημίας ο πρωθυπουργός, σε συνεργασία με άλλους οκτώ ηγέτες της ΕΕ, ανέλαβε πρωτοβουλία με στόχο την αντιμετώπιση των κοινών προβλημάτων και κυρίως την ανάπτυξη νέων χρηματοδοτικών εργαλείων για τη στήριξη των οικονομιών και της απασχόλησης στα κράτη μέλη της Ένωσης», ανέφερε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Στέλιος Πέτσας, κατά την ενημέρωση των πολιτικών συντακτών.
Για το επικείμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ο κ. Πέτσας σημείωσε: «Ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, μεταβαίνει σήμερα το απόγευμα στις Βρυξέλλες, όπου συνέρχεται αύριο, Παρασκευή, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, για πρώτη φορά διά ζώσης μετά το ξέσπασμα της πανδημίας του κορονοϊού. Πρόκειται για μείζονος σημασίας συνεδρίαση, τόσο για την Ελλάδα όσο και για ολόκληρη την Ευρώπη, καθώς το κυρίαρχο ζήτημα της ατζέντας αφορά στην έγκριση της πρότασης που υπέβαλε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για το Ταμείο Ανάκαμψης και η διαμόρφωση του νέου Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου 2021-2027.
Αναφορικά με το Ταμείο Ανάκαμψης, υπενθύμισε ότι, από την πρώτη στιγμή της πανδημίας, ο πρωθυπουργός, σε συνεργασία με άλλους οκτώ ηγέτες της ΕΕ, ανέλαβε πρωτοβουλία με στόχο την αντιμετώπιση των κοινών προβλημάτων και, ιδίως, την ανάπτυξη νέων χρηματοδοτικών εργαλείων για τη στήριξη των οικονομιών και της απασχόλησης στα κράτη-μέλη της Ένωσης. «Τόσο δημόσια όσο και στις διμερείς και πολυμερείς επαφές του με Ευρωπαίους ηγέτες υποστήριζε -και υποστηρίζει- σταθερά ότι η Ευρώπη δεν πρέπει να κάνει για άλλη μία φορά πολύ λίγα, πολύ αργά», προσέθεσε.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος τόνισε ότι ενόψει της αυριανής συνεδρίασης, ο πρωθυπουργός επικοινώνησε τη Δευτέρα 13 Ιουλίου, τηλεφωνικά, με τον πρόεδρο του Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, στον οποίον επανέλαβε τις ελληνικές θέσεις και επισήμανε πως «μετά το τέλος της Συνόδου δεν πρέπει να γυρίσουμε στις πατρίδες μας χωρίς μία λύση κοινής αποδοχής».
«Στις διαβουλεύσεις αυτές, η Ελλάδα προσέρχεται συνοψίζοντας τις θέσεις της σε τρεις άξονες: Πρώτον, να διατηρηθεί το ύψος των ενισχύσεων που πρότεινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Δεύτερον, να διατηρηθεί η προτεινόμενη από την Επιτροπή αναλογία επιχορηγήσεων και δανείων, ώστε κεντρικός κορμός των ενισχύσεων να είναι επιχορηγήσεις και όχι ο δανεισμός, και τρίτον, να μην υπάρξουν πρόσθετες ειδικές προϋποθέσεις για την ενίσχυση μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, παρά μόνο όσες ήδη προβλέπονται στις συνθήκες και στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης», συμπλήρωσε.
Ο κ. Πέτσας ξεκαθάρισε ότι αναφορικά με το πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2021-2027, τόσο οι αρχικές όσο και οι συμβιβαστικές προτάσεις κρίνονται γενικά ικανοποιητικές για την Ελλάδα. «Όμως, είναι ξεκάθαρο ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες πρέπει να δείξουν, στην πράξη, ότι εννοούν ότι λένε» είπε. «Για παράδειγμα, όταν τα κράτη-μέλη και οι Ευρωπαίοι πολίτες αντιλαμβάνονται ότι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ευρώπη είναι οι προσφυγικές/μεταναστευτικές ροές, τότε ο προϋπολογισμός για το Ταμείο Ασύλου δεν πρέπει να είναι “κολοβός”, αλλά επαρκής για να αντιμετωπίσει μία τόσο μεγάλη πρόκληση», υπογράμμισε για να προσθέσει πως όταν η κλιματική αλλαγή είναι παγκόσμια πρόκληση και χρειάζεται άμεσες απαντήσεις, τόσο για τον μετριασμό όσο και για την προσαρμογή σε αυτήν, τότε οι πόροι που διατίθενται για αυτόν τον σκοπό πρέπει, επίσης, να είναι επαρκείς.
«Ευτυχώς, ελληνικές θέσεις όπως αυτές, υιοθετούνται από τη μεγάλη πλειοψηφία των εταίρων μας. Ωστόσο, παραμένουν ακόμη διαφωνίες ορισμένων κρατών και καταβάλλεται προσπάθεια να γεφυρωθούν. Θεωρούμε επιτακτική την ανάγκη να ανταποκριθεί η Ευρώπη, το ταχύτερο δυνατό, στις προκλήσεις των καιρών. Έτσι ώστε να ανακάμψουν το ταχύτερο δυνατό οι ευρωπαϊκές οικονομίες και να στηριχθούν οι εργαζόμενοι. Και βέβαια να δικαιωθούν οι εκφραστές του ευρωπαϊκού οράματος και να περιθωριοποιηθούν οι λαϊκιστές που τρέφονται από τις αποτυχίες», υποστήριξε.
Ο κ. Πέτσας ανέφερε ότι η κυβέρνηση προετοιμάζεται ήδη για την ταχεία και στοχευμένη αξιοποίηση των αυξημένων κοινοτικών πόρων, με σχέδιο που μπορεί να μεταμορφώσει την Ελλάδα. «Επιδιώκουμε για τον σκοπό αυτό τη μέγιστη δυνατή κοινωνική συναίνεση, μέσα από ένα νέο συμβόλαιο μεταξύ του κόσμου της εργασίας, της παραγωγής και της πολιτικής. Αναθέσαμε την κατάρτιση συγκροτημένης πρότασης, που θα αποτελέσει τη βάση του εθνικού σχεδίου στην Επιτροπή Πισσαρίδη και έχουμε ήδη τους άξονες με τις κεντρικές στοχεύσεις που υποδεικνύει. Συγκροτούν ένα σχέδιο που θέτει στόχους που οδηγούν στη μεταμόρφωση της ελληνικής οικονομίας. Στις 151 σελίδες του, το σχέδιο ακουμπά όλες τις πτυχές της οικονομίας και καλύπτει ολόκληρη την κοινωνία. Θέτει συγκεκριμένους στόχους και υποδεικνύει τρόπου για την κατάκτηση τους.
Προτάσσει: Την ενίσχυση της παραγωγικότητας, την άνοδο των επενδύσεων και των εξαγωγών ως ποσοστό του ΑΕΠ, την ενίσχυση της μισθωτής εργασίας και τη μείωση της παραοικονομίας, την υποστήριξη των αδύναμων νοικοκυριών, την επένδυση στην εκπαίδευση και τη γνώση, την αύξηση του μεγέθους των ελληνικών επιχειρήσεων, την προώθηση της τεχνολογίας αιχμής, της καινοτομίας και της ψηφιοποίησης, την επίτευξη φιλόδοξων περιβαλλοντικών στόχων», εξήγησε.
«Επίσης, μεταξύ άλλων, προτείνονται:
– Η έμπρακτη στήριξη των ανέργων για η επανανένταξή τους στην αγορά εργασίας. Ο Οργανισμός Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ) να βοηθά ενεργά τους ανέργους για έξι μήνες στην αναζήτηση εργασίας. Αμέσως μετά, όποιοι δεν βρουν δουλειά να καλούνται σε στοχευμένα προγράμματα κατάρτισης και στη συνέχεια να προωθούνται για πρακτική άσκηση σε θέσεις που θα βρίσκει το κέντρο κατάρτισης.
– Η χορήγηση φορολογικών κινήτρων στα νοικοκυριά για να επενδύουν μακροπρόθεσμα σε ελληνικές εταιρείες που εισάγονται στο Χρηματιστήριο Αθηνών, όπως γίνεται στο Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γαλλία, την Ιταλία.
– Η παροχή κινήτρων για συγχωνεύσεις και εξαγορές εταιρειών με στόχο τη μεγέθυνση της μέσης ελληνικής επιχείρησης και την επίτευξη οικονομιών κλίμακος.
– Η επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης με τη δημιουργία εξειδικευμένων τμημάτων στα δικαστήρια για υποθέσεις σημαντικού οικονομικού ενδιαφέροντος, έτσι ώστε να υπάρχουν αποφάσεις το αργότερο σε 12 μήνες».
«Σημειώνεται, ότι η κυβέρνηση -όπως τόνισε χθες στα Οινόφυτα ο πρωθυπουργός- σχεδιάζει την ευθυγράμμιση της χώρας με τη νέα βιομηχανική στρατηγική, που εισηγήθηκε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον περασμένο Μάιο. Πρώτον, με την τόνωση της επιχειρηματικότητας. Δεύτερον, με τον ψηφιακό και πράσινο μετασχηματισμό και τρίτον, με την ανάκτηση της αυτονομίας της Ευρώπης σε κρίσιμους στρατηγικούς παραγωγικούς τομείς. Στο πλαίσιο αυτό, η Ειδική Κυβερνητική Επιτροπή με αρμοδιότητα τη βιομηχανία, σύντομα, θα καταρτίσει ένα προσχέδιο εθνικής στρατηγικής. Για τον σκοπό αυτό, θα διατεθούν σημαντικοί πόροι από το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης. Στόχος μας είναι να αυξηθεί το μερίδιο της βιομηχανίας στο ΑΕΠ από το 9,5% στο 12% έως το 2025, και στο 15% έως το 2030» πρόσθεσε ο κ. Πέτσας.