Τις προκλήσεις της Ελλάδος, για το 2022, επεσήμανε ο πρώην υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Κατρούγκαλος, με άρθρο του στην ιστοσελίδα iEidiseis
“Θα φέρει το 2022 μια νέα αρχή για την δημοκρατία και την κοινωνία μας; Θα υπάρξει μια νέα προοδευτική και δημοκρατική κυβέρνηση για τους πολλούς και όχι για τους λίγους;
Το 2021, annusmiserabilis για πολλούς, λόγω της πανδημίας, κληροδοτεί στη νέα χρονιά μια σειρά από ανοικτές προκλήσεις. Σταχυολογώ ορισμένες από αυτές, αφήνοντας εκτός θέματα εξωτερικής πολιτικής και διπλωματίας, που ενδεχομένως θα είναι αντικείμενο άλλου άρθρου.
Πανδημία και ανισότητες
Ακόμη και εάν, σύμφωνα με το πιο αισιόδοξο σενάριο, δούμε το τέλος της πανδημίας το 2022, οι οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες που θα αφήσει πίσω της θα προσδιορίζουν για καιρό το κοινωνικοοικονομικό πεδίο. Ο Covid λειτούργησε ως μεγεθυντικός φακός και καταλύτης τάσεων που προϋπήρχαν, πολλαπλασιάστηκαν όμως ποιοτικά τα δύο τελευταία χρόνια. Οι ανισότητες ήταν εκρηκτικές στις κοινωνίες μας και το κοινωνικό κράτος είχε διαβρωθεί πολύ πριν από τον ερχομό του. Ο ιός όμως λειτούργησε ως «ιός της ανισότητας», επιδεινώνοντας παντού τα φαινόμενα αυτά. Για πρώτη φορά τις τελευταίες δεκαετίες αυξήθηκε ο αριθμός των ανθρώπων σε απόλυτη φτώχεια. Σύμφωνα με το Παγκόσμιο Ινστιτούτο Ανάπτυξης του ΟΗΕ, οι συνέπειες από την πανδημία θα μπορούσαν να αυξήσουν την παγκόσμια φτώχεια έως και κατά μισό δισεκατομμύριο ανθρώπους, δηλαδή το 8% του συνολικού ανθρώπινου πληθυσμού. Από την άλλη μεριά, σύμφωνα με την OXFAM, η αύξηση του πλούτου των 10 πλουσιότερων δισεκατομμυριούχων από την έναρξη της κρίσης είναι υπεραρκετή για να προστατεύσει τον καθένα στη Γη να κυλίσει στη φτώχεια λόγω του ιού, αλλά και να εξασφαλίσει επαρκή εμβολιασμό για όλους.
Στο κρίσιμο θέμα του εμβολιασμού όλων των ανθρώπων, ακόμη και αυτών που ζουν στις φτωχές χώρες, η πλειονότητα των χωρών της ΕΕ, με θλιβερό πρωτοπόρο τον κ. Μητσοτάκη, βρέθηκαν στη λάθος πλευρά της ιστορίας. Αντίθετα με τον Πρόεδρο Μπάιντεν, απέρριψαν την πρόταση που υποστήριξαν προοδευτικοί πολιτικοί, όπως ο Αλ. Τσίπρας και χώρες όπως η Ινδία και η Ν. Αφρική, να ανασταλούν προσωρινά τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας που σχετίζονται με προϊόντα και θεραπείες COVID-19, ούτως ώστε φάρμακα, εμβόλια και άλλες τεχνολογίες που απαιτούνται για τον έλεγχο της πανδημίας να μπορούν να διατεθούν σε όλους. Έτσι, οι φτωχές χώρες του κόσμου συνεχίζουν να αγοράζουν τα εμβόλια σε πολύ ακριβότερες τιμές από ό,τι οι πλουσιότερες, με αποτέλεσμα μόνον το 10% των κατοίκων της Αφρικής να έχουν εμβολιαστεί. Έτσι ο Τρίτος Κόσμος γίνεται εργαστήριο μεταλλάξεων, που αναπόφευκτα, λόγω της παγκοσμιοποίησης, έρχονται και στον δικό μας κόσμο και στοιχειώνουν τις προοπτικές εξόδου από την Πανδημία.
Ο έλεγχος των γιγάντων του Ίντερνετ
Δεν ήταν για όλους χρονιές δοκιμασίες οι δύο τελευταίες. Για τις πολυεθνικές του φαρμάκου, του ηλεκτρονικού εμπορίου και του Ιντερνέτ, αντιθέτως, ήταν μια χρυσή Μπονάτσα. Η Appleέγινε η πρώτη εταιρία με αξία πάνω από 3 τρις δολάρια (15 φορές το ΑΕΠ της Ελλάδας!) Και δεν είναι η μόνη: οι μετοχές της Amazon.com διογκώθηκαν σε μόλις μία ημέρα κατά 7,9%, προσθέτοντας έτσι 13 δισεκατομμύρια δολάρια στην καθαρή περιουσία του Διευθύνοντος Συμβούλου της, το μεγαλύτερο άλμα μιας ημέρας για ένα άτομο από τη δημιουργία του Bloomberg Billionaires Index το 2012. Ταυτόχρονα, το 2019, τα φορολογικά έσοδα μειώθηκαν σε ολόκληρο τον ΟΟΣΑ για πρώτη φορά σε μια δεκαετία. Υπολογίζεται ότι τα κράτη χάνουν παγκοσμίως συνολικά πάνω από 427 δισεκατομμύρια δολάρια σε φόρους κάθε χρόνο από τη φοροαποφυγή και φοροδιαφυγή των πολυεθνικών.
Στο μέτωπο αυτό υπάρχουν καλά νέα: Οι περισσότερες χώρες συμφώνησαν πέρσι στην εισαγωγή ενός ελάχιστους παγκόσμιου φόρου για τις πολυεθνικές και ενός νέου ψηφιακού φόρου για τους γίγαντες του Ιντερνέτ. Κάτι τέτοιο θα αποτελέσει ένα σημαντικό πρώτο βήμα για την ανατροπή της κούρσας προς τα κάτω των εθνικών φορολογικών συστημάτων που συνεχίζεται αμείωτη από τη δεκαετία του 1980. Πρόκειται βέβαια για ένα πολύ δειλό βήμα, μια που ο φορολογικός συντελεστής συμφωνήθηκε να είναι στο 15%, αντί του 21% που είχε αρχικά υποστηρίξει ο Μπάιντεν και του 25% που ζητούσαν οι προοδευτικοί οικονομολόγοι.
Και, βεβαίως, οι γίγαντες του Ιντερνέτ δεν πρέπει να πληρώνουν μόνον τους φόρους που τους αναλογούν. Δεν πρέπει να αυθαιρετούν, ανεβοκατεβάζοντας αναρτήσεις και λογαριασμούς και χειραγωγώντας την ενημέρωση. Η ελευθερία έκφρασης στο διαδίκτυο πρέπει να είναι αντικείμενο δεσμευτικής δημόσιας ρύθμισης, με γνωστούς και σαφείς κανόνες. Προς αυτή την κατεύθυνση κινείται τόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση (δρομολογούνται οι Digital Services Act και η Digital Market Act, βλ. σχετικά European Commission, «The Digital Services Act package», https://ec.europa.eu/digital-single-market/en/digital-services-act-package/ ) όσο και το Συμβούλιο της Ευρώπης.
Η μεταρρύθμιση των κριτηρίων του Συμφώνου Σταθερότητας
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, αντίθετα με την ακραία νεοφιλελεύθερη στάση της στην οικονομική κρίση, υιοθέτησε επεκτατικές οικονομικές πολιτικές για την αντιμετώπιση της πανδημίας (αν και κλάσμα των αντίστοιχων «πακέτων» Μπάιντεν, αλλά και Τραμπ), μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και των Λόγω των έκτακτων μέτρων που απαιτήθηκαν για την αντιμετώπιση των οικονομικών και κοινωνικών προκλήσεων της κρίσης, οι χώρες συσσώρευσαν ποσά ρεκόρ στο δημόσιο χρέος τους. Η αύξηση για τις προηγμένες οικονομίες εκτιμάται γύρω στο 17% του ΑΕΠ, πολύ χειρότερα δε για τις οικονομίες του Ευρωπαϊκού Νότου. Για παράδειγμα, η Ιταλία και η Ισπανία αναμένεται να παρουσιάσουν άνοδο του χρέους πάνω από 25% του ΑΕΠ, ενώ στη χώρα μας κινείται ήδη πάνω από το 206% (Ως μέτρο σύγκρισης ας θυμηθούμε ότι το 2010, όταν μπήκαμε στα προγράμματα των μνημονίων, το χρέος ήταν στο 120% του ΑΕΠ).
Εδώ τα διακυβεύματα είναι ταυτόχρονα ευρωπαϊκά και εθνικά. Ήδη η συμμαχία των «φειδωλών» δεν κρύβει τις προθέσεις της να προσπαθήσει να διατηρήσει τον υφιστάμενο οικονομικό ζουρλομανδύα. Από την άλλη μεριά, οι χώρες του Νότου, που κατεξοχήν επιδιώκουν τη χαλάρωση των κριτηρίων, δεν έχουν βρει ακόμη κοινό βηματισμό. Δεν είναι εύκολο άλλωστε να βρεθεί η συνισταμένη μεταξύ τόσο διαφορετικών πολιτικών όσο αυτές που ακολουθούν ο Μητσοτάκης, ο Ντράγκι και ο Σάντσεθ. Το ζητούμενο είναι ένας ορθολογικός συμβιβασμός, που θα επιτρέψει την επιστροφή σε ανάπτυξη που θα σέβεται τις αρχές του κοινωνικού κράτους και δεν θα πολλαπλασιάζει τις ανισότητες.
Η ΝΔ αποφάσισε, πάντως, να διαχειριστεί τα πολλά χρήματα που θα πάρει η χώρα από το Ταμείο, με το ίδιο ταξικό και νεοφιλελεύθερο πρόσημο. Οι περισσότερες μικρομεσαίες επιχειρήσεις ούτε από μακριά δεν θα δουν κάποια ενίσχυση, εφόσον δεν έχουν πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισμό. Πώς θα μπορούσε να είναι αλλιώς, αφού σημαντικά στελέχη του οικονομικού επιτελείου υιοθετούν την ορολογία του ΔΝΤ, κάνονας λόγο για «επιχειρήσεις ζόμπι» που πρέπει να κλείσουν; Και αυτό σε μία στιγμή που σύμφωνα με το ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ, το ινστιτούτο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, 4 στις 10 (38,2%) μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις κινδυνεύουν με λουκέτο και μία στις τρεις δηλώνουν ότι δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις φορολογικές υποχρεώσεις τους ή στο ενοίκιο της επιχείρησης τους.
Δεν είναι παράδοξο λοιπόν που, σύμφωνα με πρόσφατη αξιολόγηση του Bloomberg, η Ελλάδα βρέθηκε, ως προς την οικονομική διαχείριση της πανδημίας, στην 40η θέση ανάμεσα στις 53 χώρες που αξιολογούνται συνολικά και στην 17η ανάμεσα στις 20 ευρωπαϊκές. Είμαστε η μόνη χώρα στην ΕΕ όπου ο κατώτατος μισθός παραμένει χαμηλότερος από ότι ήταν το 2010. Η μεγάλη υποχώρηση της αγοραστικής δύναμης των Ελλήνων φαίνεται, άλλωστε, και από τα πρόσφατα στοιχεία της Eurostat, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην Ελλάδα σε όρους αγοραστικής δύναμης αντιστοιχεί πλέον στο 62% του μέσου όρου της ΕΕ (έναντι 66% που ήταν το 2019) και είναι το δεύτερο χαμηλότερο στο σύνολο των 27 χωρών της περιοχής μετά από αυτό της Βουλγαρίας, το οποίο αυξήθηκε όμως την ίδια χρονική περίοδο ανέβηκα στο 55% από 53%.Ακόμη και στελέχη της ΝΔ επισημαίνουν ότι η έλλειψη μέτρων προστασίας της κοινωνίας συμβαδίζει με επιδείνωση των μακροοικονομικών δημοσιονομικών μεγεθών. Κατά τον Ευρωβουλευτή και έμπειρο οικονομολόγο Γ. Κύρτσο, «χρέος, έλλειμμα και ασφαλιστικό είναι ίδια και χειρότερα με το 2008-09».
Η προοπτική μιας προοδευτικής κυβέρνησης
Όλα τα παραπάνω συμπυκνώνονται σε ένα βασικό ερώτημα: θα φέρει το 2022 μια νέα αρχή για την δημοκρατία και την κοινωνία μας; Θα υπάρξει μια νέα προοδευτική και δημοκρατική κυβέρνηση για τους πολλούς και όχι για τους λίγους;”