Για κενό στρατηγικής και αδράνεια στην εξωτερική πολιτική της κυβέρνης, μίλησε ο Πρώην Υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Κατρούγκαλος, σε συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα KONTRA News της Κυριακής.
Δεν έχει ξανασυμβεί να παραβιάζονται τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας μας για πάνω από 30 μέρες, όπως συμβαίνει με τις συνεχόμενες παράνομες έρευνες του Oruc Reis εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, ολοένα και πιο κοντά στο Καστελόριζο. Η Τουρκία μέχρι στιγμής δεν έχει δείξει ενδείξεις ότι επιδιώκει αποκλιμάκωση. Αντιθέτως, αυξάνει την ένταση, τόσο με εμπρηστική ρητορική όσο και με έμπρακτες ενέργειες, όπως οι διαδοχικές NAVTEX και ο ψυχολογικός πόλεμος με την «πολιορκία» του Καστελόριζου. Μάλιστα, το γεγονός ότι το επόμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, που μπορεί να αποφασίσει κυρώσεις σε βάρος της, δεν πρόκειται να συνεδριάσει πριν από το τέλος του μήνα, της δίνει χρονικό περιθώριο να κλιμακώσει περισσότερο τις προκλήσεις της
Από την άλλη μεριά, η κυβέρνηση ακόμη δεν έχει προσδιορίσει τις κόκκινες γραμμές της απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα. Αντιθέτως, σε αρκετές περιπτώσεις η Νέα Δημοκρατία συσκότισε συνειδητά το χαρακτήρα των τουρκικών προκλήσεων, για να συγκαλύψει την αδυναμία της να τις προλάβει ή να τις αποκρούσει, για παράδειγμα πρόσφατα με τις διαρροές περί «θορύβων» που δεν επιτρέπουν τις έρευνες του Oruc Reis, παλαιότερα με τους ισχυρισμούς ότι το πήρε ο άνεμος. Προβληματικό γεγονός είναι επίσης ότι μάθαμε δύο φορές για πρωτοβουλίες διαλόγου με την Τουρκία από τρίτους, μία φορά με την τριμερή στο Βερολίνο -την οποία μάλιστα στη συνέχεια η κυβέρνηση προσπάθησε να υποβαθμίσει- και μία αυτή την εβδομάδα, με το φιάσκο με το ΝΑΤΟ.
Το τελευταίο αυτό επεισόδιο είναι χαρακτηριστικό των αντιφάσεων των κυβερνητικών χειρισμών αλλά και της προτεραιότητας που δίνουν στην επικοινωνία, αντί για την ουσία: Την Πέμπτη 3 Σεπτεμβρίου, η κυβέρνηση άφηνε να διαρρεύσει ότι “πληροφορίες… σχετικά με φερόμενες τεχνικές συνομιλίες στο ΝΑΤΟ δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα”. Στη συνέχεια, μίλησε για “μονομερή εγχείρηση εγγράφου από τον ΓΓ του ΝΑΤΟ”.Την Παρασκευή 4 Σεπτεμβρίου, ο ΓΓ του ΝΑΤΟ επιβεβαίωσε ότι πραγματοποιούνται ήδη “τεχνικές συνομιλίες” (“technical talks”) και μάλιστα επανέλαβε ότι αυτό έγινε “μετά από επαφή του με τους ηγέτες Τουρκίας Ελλάδας”. Το Σάββατο 5 Σεπτεμβρίου ο Υπουργός Άμυνας, μέσω διαρροών στην εκπομπή του Γ. Αυτιά δήλωνε με υπερηφάνεια ότι αυτός ζήτησε από τον κ. Στόλτενμπεργκ μεσολάβηση για να αποχωρήσουν τα τουρκικά πλοία. Αυτά δεν είναι σοβαρά πράγματα.
Το σημαντικότερο όμως είναι ότι όλα αυτά αποκαλύπτουν ένα τεράστιο κενό στρατηγικής, τόσο σε επίπεδο διπλωματίας, όσο και αποτροπής, που βλάπτει τη χώρα και πρέπει άμεσα να καλυφθεί. Η κυβέρνηση τρέχει κάθε φορά, αντανακλαστικά και αμυντικά, πίσω από κάθε επιθετική κίνηση της Τουρκίας, χωρίς σχέδιο και πρωτοβουλία. Έχουμε υπογραμμίσει εδώ και μήνες την ανάγκη να επιστρέψουμε σε μία εθνική στρατηγική με αρχή, μέση και τέλος.Ο ΣΥΡΙΖΑ πάγια υποστηρίζει την ανάγκη να ξαναβρεί η χώρα ένα συνεκτικό στρατηγικό σχέδιο στην εξωτερική πολιτική, ανάλογο της πολυδιάστατης και ενεργητικής διπλωματίας εξαγωγής σταθερότητας και αναζήτησης λύσεων που εφαρμόσαμε επί της διακυβέρνησης μας.
Έχουμε εξειδικεύσει πλευρές αυτού του σχεδίου ζητώντας από την κυβέρνηση να υιοθετήσει διττή πολιτική απέναντι στην Τουρκία, ώστε να πάψει να αντιδρά αντανακλαστικά στην επόμενη επιθετική της κίνησης: Αφενός να ασκείται με κάθε μέσο πίεση για την ανατροπή των παράνομων μεθοδεύσεων της, ιδανικά πριν εκδηλωθούν, με ισχυρές ευρωπαϊκές κυρώσεις, και αφετέρου να αποκαταστήσει συνθήκες διαλόγου μαζί της, στη βάση του διεθνούς δικαίου και του δικαίου της θάλασσας. Και όλα αυτά με συνείδηση του γεγονότος ότι η εξωτερική πολιτική της χώρας μας έχει δύο πάγιους πυλώνες: την προάσπιση της κυριαρχίας μας και τον σεβασμό της διεθνούς νομιμότητας. Για την διαμόρφωση ενός παρόμοιου σχεδίου, και την διαμόρφωση συνθηκών εθνικής ενότητας υποστήριξης του, πρέπει άμεσα να συγκληθεί Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών.