Μιλώντας στο συνέδριο του Economist με θέμα «Τα Δυτικά Βαλκάνια μετά το 2020» και παρουσία του πρωθυπουργού της Αλβανίας Εντι Ράμα και της Βόρειας Μακεδονίας Ζόραν Ζάεφ, ο τομεάρχης Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ και πρώην υπουργ΄ός, Γιώργος Κατρούγκαλος ανέφερε μεταξύ άλλων ότι η Ελλάδα ήδη από την ατζέντα της Θεσσαλονίκης το 2003 ήταν βασικός υπέρμαχος της ένταξης των βαλκανικών χωρών στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
«Ήταν όμως -υπογράμμισε- η εμβληματική Συμφωνία των Πρεσπών που έθεσε ξανά το ζήτημα της ένταξης επί τάπητος, στέλνοντας ταυτόχρονα ένα αισιόδοξο μήνυμα σε όλες τις χώρες της περιοχής, ότι και οι πιο δύσκολες διαφορές μπορούν να λυθούν με διάλογο και με ειρηνικό τρόπο».
Χαρακτήρισε εξάλλου ιδιαίτερα σημαντική την αναγνώριση της ιστορικής, θετικής σημασίας της Συμφωνίας και από την Κυβέρνηση της ΝΔ, που όπως είπε «έχει ξεπεράσει όσα έλεγε κατά την κύρωση της και δεν επικαλείται καν την αδυναμία ακύρωσης της», αν και επεσήμανε ταυτόχρονα ότι υπάρχουν σημαντικές καθυστερήσεις ως προς την εφαρμογή της, ιδίως σε ό,τι αφορά τα σχολικά βιβλία και τα εμπορικά σήματα.
Αντίστοιχα και αναφερόμενος στην Αλβανία, ο τομεάρχης Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ τόνισε ότι η κυβέρνηση του Αλ. Τσίπρα είχε δημιουργικές διαπραγματεύσεις οι οποίες μάλιστα είχαν φτάσει πολύ κοντά στη σύναψη συμφωνίας για όλα τα θέματα, συμπεριλαμβανομένης της ΑΟΖ. Στηρίζουμε επίσης τις ευρωπαϊκές προοπτικές της Αλβανίας, όπως ξεκαθάρισε και θύμισε ότι στο έδαφος της ζει η ιστορική μειονότητα μας, η οποία μπορεί να αποτελέσει γέφυρα φιλίας μεταξύ των δύο κρατών μας, «αν και εκκρεμεί η επίλυση σοβαρών της ζητημάτων που δεν πρέπει να καθυστερήσει άλλο».
Ωστόσο, όπως είπε χαρακτηριστικά, ο «ελέφαντας στο δωμάτιο», στα Βαλκάνια και όχι μόνο, είναι η Τουρκία, και οι αναβαθμισμένες επιδιώξεις της να γίνει περιφερειακή δύναμη. Θεμιτές είναι οι φιλοδοξίες αυτές, αρκεί να είναι νόμιμες, να βασίζονται στο διεθνές δίκαιο. Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα, να πεισθεί η Τουρκία ότι μόνον έτσι θα μπορέσει να έχει θέση στη μεγάλη ευρωπαϊκή οικογένεια.