Για τον αγώνα του να αποκτήσει επαφή με την κόρη του μίλησε στη «Vicky Pedia» ο Εφέτης, Παναγιώτης Κατσικερός! Με πρόδηλη τη συναισθηματική φόρτισή του για τον προσωπικό Γολγοθά, που ανεβαίνει καθημερινά εδώ και έξι χρόνια, αναφέρθηκε στις επιστολές που έστειλε προς τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη και τον υπουργό Δικαιοσύνη, Κώστα Τσιάρα. Σε μία από τις σπάνιες εμφανίσεις εν ενεργεία δικαστή σε τηλεοπτική εκπομπή, ο Παναγιώτης Κατσικερός αναφέρθηκε στις επικείμενες αλλαγές του Οικογενειακού Δικαίου, υπογράμμισε τα οφέλη που προκύπτουν, κατά την άποψή του, από τη συνεπιμέλεια και την εναλλασσόμενη κατοικία, ενώ κατέθεσε την πρότασή του, που θα βοηθήσει πολλά παιδιά να χτίσουν τη ζωή τους και με τους δυο γονείς, ακόμα και σε περίπτωση διαζυγίου.
«Ευχαριστώ πάρα πολύ για την πρόσκληση και την τιμή που μου κάνατε, να μου δώσετε δημόσιο βήμα, για να επικοινωνήσω και με τους τηλεθεατές σας. Καλησπερίζω τους τηλεθεατές σας και, όσον αφορά αυτό που είπατε, φυσικά, όλοι οι Έλληνες πολίτες έχουν δικαίωμα δημόσιου λόγου και φυσικά, μεταξύ αυτών και οι δικαστές, εφόσον, βέβαια, περιορίζονται στα όρια της ευπρέπειας και του αντικειμένου τους που είναι η εφαρμογή και ερμηνεία του νόμου», σχολίασε αρχικά ο Παναγιώτης Κατσικερός. Στη συνέχεια μίλησε για τον ρόλο, που παίζουν τα παιδικά βιώματα, στη διαμόρφωση κάθε χαρακτήρα.
«Οι ρίζες της ζωής ενός ανθρώπου είναι τα βιώματά του, ειδικά από την παιδική του ηλικία. Αυτό που θέλω να σχολιάσω, αφού ευχαριστήσω πάρα πολύ, γι ́ αυτό το πολύ συγκινητικό βίντεο, είναι ότι αυτός ακριβώς είναι και ο λόγος, για τον οποίο πρέπει να δώσουμε πολύ μεγάλη σημασία στην νεότητα και την παιδική ηλικία. Φυσικά, ένας δικαστής πρέπει να έχει αρκετές αρετές και χαρίσματα, πέρα από τη νομική του κατάρτιση. Φυσικά και όχι μόνο καρδιά από ατσάλι, χρειάζεται κι άλλα, πολλά, πράγματα. Μία, ας πούμε συγκροτημένη προσωπικότητα, η οποία χτίζεται σιγά-σιγά. Θέλω, λοιπόν, αφού μου δώσατε μία πολύ καλή ευκαιρία, να κάνω μία γέφυρα με το θέμα της συνεπιμέλειας, επειδή, λοιπόν, ακριβώς είναι πολύ σημαντική για τη ζωή και την πορεία ενός ανθρώπου η παιδική του ηλικία, θα πρέπει να δώσουμε πολύ μεγάλη προσοχή στα δεκάδες ίσως και εκατοντάδες χιλιάδες παιδιά, που είναι αποξενωμένα από έναν από τους δύο γονείς του. Νομίζω ότι όταν κάποιος μπει στο Δικαστικό Σώμα κι έχει διαγράψει μία πορεία, έχει τελειώσει ένα πανεπιστήμιο, έχει ασκήσει ενδεχομένως κάποια χρόνια δικηγορία, γιατί είναι πολλοί συνάδελφοι, οι οποίοι έγιναν δικαστές, αφού υπηρέτησαν τη Δικαιοσύνη και από την μάχιμη θέση του δικηγόρου. Θέλω να πω, λοιπόν, ότι σε αυτή την πορεία λοιπόν αποκτάς γνώσεις και εμπειρίες πριν μπεις στο δικαστικό σώμα, αλλά και μέσα στη Δικαιοσύνη όμως συναντάς, βλέπεις, ακούς πάρα πολλά πράγματα, από τον πλούτο των υποθέσεων και την ποικιλία και τα δράματα, πολλές φορές των ανθρώπων, αποκομίζεις σημαντικές εμπειρίες. Ενδεχομένως να ζήσεις και υπηρεσιακές τριβές ή, και αγωνίες, οι οποίες να σε χαλυβδώσουν σαν άνθρωπο», υποστήριξε ο Εφέτης.
Για τις επιστολές του προς την πολιτική ηγεσία της χώρας, αλλά και της Δικαιοσύνης, ο Παναγιώτης Κατσικερός τόνισε: «Αυτό το οποίο ζήτησα με την επιστολή, είναι προσωπική ακρόαση. Η επιστολή, φυσικά, δεν απευθύνονταν μόνο προσωπικά προς τους κυρίους Υπουργό και Υφυπουργό δικαιοσύνης και προς στον κύριο Πρωθυπουργό. Ήταν μία ανοιχτή επιστολή προς τον ελληνικό λαό. Με αυτή, λοιπόν, διεκτραγουδούσα, έτσι σε πολύ αδρές γραμμές, την προσωπική μου ιστορία, δηλαδή, την αποξένωση που έχω υποστεί από το παιδί μου, μία κόρη που έχω, έξι ετών, όπως είπατε κι εσείς στο βίντεο, όπου όχι μόνο θεωρώ, αλλά αντικειμενικά, πώς με τα στοιχεία τα οποία έχω επισυνάψει στην επιστολή μου, αποδεικνύω ότι η αποκλειστική ευθύνη ανήκει σε λανθασμένες και ατυχείς δικαστικές αποφάσεις. Αυτές, που, βέβαια, ανετράπησαν όπως λέω στην επιστολή, πλην, όμως, το νομικό πλαίσιο είναι ανεπαρκές και έτσι δεν μπορούν να εφαρμοστούν, και ήδη έχει επέλθει μία αποξένωση του παιδιού από εμένα. Η οποία αποξένωση αυτή, χτίστηκε πάνω σε αποφάσεις δικαστικές, επαναλαμβάνω, λανθασμένες και ατυχείς. Για τους λόγους που εξηγώ στην επιστολή και που διαφαίνονται και από τα έγγραφα, τα οποία έχω επισυνάψει σε αυτή. Στη συνέχεια της επιστολής, αναφέρομαι στην προσφυγή μου στο ΕΔΑ, στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, διότι με τις αποφάσεις αυτές παραβιάστηκαν τα δικαιώματά μου επικοινωνίας με το παιδί μου, αλλά και η αρχή της δίκαιης δίκης. Στη συνέχεια, συγχαίρω την ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης και την πολιτική ηγεσία, στο πρόσωπο του κυρίου Κυριάκου Μητσοτάκη, για την απόφασή τους να προβούν σε μία νομοθετική μεταρρύθμιση του Οικογενειακού Δικαίου, μετά από τέσσερις σχεδόν δεκαετίες, και επισημαίνω τον κίνδυνο ότι μπορεί στην πορεία, μέχρι να φτάσει να γίνει ο νόμος του κράτους, να υπάρξουν κάποιες αλλοιώσεις, οι οποίες να καταργήσουν ουσιαστικά το ισόχρονο της συνεπιμέλειας, τον κανόνα της εναλλασσόμενης κατοικίας και να τεθούν περιορισμοί στο δικαίωμα επικοινωνίας, οι οποίοι ουσιαστικά θα καταργήσουν το τεκμήριο του ενός τρίτου».
Στη συνέχεια, ο Παναγιώτης Κατσικερός αναφέρθηκε στις ζυμώσεις για το νομοσχέδιο. «Πριν σας απαντήσω σε αυτό, κρατήστε λίγο την ερώτηση, θέλω για να απαντήσω σε όλα όσα μου είπατε δεν έχω ακόμα τυχαία ακρόαση από τους κύριους υπουργό και υφυπουργό Δικαιοσύνης και τον κύριο Πρωθυπουργό, αλλά νομίζω ότι παραμένει ανοιχτό το ζήτημα αυτό και είμαι στη διάθεσή τους. Κοιτάξτε να το βάλουμε το θέμα λίγο στις σωστές βάσεις. Πως είναι η διαδικασία θεσμικά. Συστήθηκε μία νομοπαρασκευαστική επιτροπή, η οποία διεξήγαγε τις εργασίες της, από τον Μάρτιο μέχρι και τον Οκτώβριο του 2020. Αυτή παρήγαγε ένα σχέδιο νόμου, το οποίο στη συνέχεια πήγε στο υπουργείο Δικαιοσύνης. Αυτό διέρρευσε, προφανώς, θα έγιναν και κάποιες τροποποιήσεις. Ενδεχομένως αναμορφώσεις, από το ίδιο το υπουργείο. Αυτό διέρρευσε σαν σχέδιο νόμου, που επρόκειτο να ψηφιστεί την 1η Δεκεμβρίου του 2020. Δεν διαψεύστηκε ποτέ. Ίσα – ίσα, επιβεβαιώθηκε με δημόσιες δηλώσεις του κυρίου υπουργού δικαιοσύνης. Ποιοι θα ‘ναι οι βασικοί άξονες του νομοσχεδίου. Δηλαδή “ισόχρονη συνεπιμέλεια, από κοινού γονική μέριμνα”, λέει ο κύριος Τσιάρας. Σωστά το λέει, δηλαδή, νομικά και μεθοδολογικά, γιατί η επιμέλεια είναι μία έκφραση της γονικής μέριμνας. Αλλά ξέρετε, η έννοια της συνεπιμέλειας είναι κάπως συναισθηματικά φορτισμένη. Ας μη χαθούμε όμως στις λέξεις, μπορώ να τα αναλύσω και αυτό το θέμα, αν θέλετε, αλλά δεν ξέρω αν υπάρχει ο χρόνος. Θέλω, λοιπόν, να συνεχίσω, ότι αυτό το σχέδιο νόμου, ενώ υπήρχε προγραμματισμός να κατατεθεί σε διαβούλευση, γιατί αυτή είναι η διαδικασία, περίπου, στον Γενάρη. Τελικά, αυτό δεν συνέβη. Προέκυψε ένα άλλο σχέδιο νόμου, το οποίο έχει κάποιες αλλαγές σε σχέση με το αρχικό, του Δεκεμβρίου 2020, δηλαδή, έχει φύγει η έννοια του ισόχρονου της συνεπιμέλειας. Έχει φύγει η έννοια της εναλλασσόμενης κατοικίας, έχουν απαλειφθεί, αφήνεται ουσιαστικά, αν το σχέδιο νόμου είναι αυτό το οποίο κυκλοφόρησε, λοιπόν στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων και άλλα μέσα μαζικής ενημέρωσης στις 22 Φλεβάρη του 2021, η ευχέρεια στον δικαστή, δηλαδή, μπορεί ο δικαστής, το δικαστήριο, να αποφασίσει, ότι μπορεί να μην υπάρχει εναλλασσόμενη κατοικία, όταν χωρίζουν οι δύο γονείς, μπορεί να μην υπάρχει συνεπιμέλεια, δηλαδή υπάρχει ένα, το άρθρο 1511, που λέει, όταν χωρίζουν οι γονείς, έχουν κατά κανόνα, έτσι, την από κοινού και εξίσου άσκηση της γονικής μέριμνας. Δεν υπάρχει συνεπιμέλεια, δεν υπάρχει το ισόχρονο όμως, θα υπάρχει μία ασάφεια εδώ και παρακάτω. Λέει, λοιπόν, το επόμενο άρθρο ότι σε περίπτωση διαχωρισμού των γονέων, λόγω διαζυγίου ή διάστασης, ας πούμε, που ζουν σε διαφορετικά σπίτια, θα πρέπει το δικαστήριο να επιλύσει τη διαφωνία των γονιών και πώς την επιλύει. Μπορεί να την επιλύσει με διάφορους τρόπους. Μπορεί να κάνει λειτουργική και χρονική κατανομή της επιμέλειας, δηλαδή, της γονικής μέριμνας, δηλαδή, να αναθέσει, για παράδειγμα, την ανατροφή στον ένα γονέα, λόγου χάρη στη μητέρα, και τα θέματα παιδείας και μόρφωσης του παιδιού, να πει το δικαστήριο, να ορίσει ότι πρέπει από κοινού να αποφασίζουν οι γονείς. Και υπάρχει και η χρονική κατανομή, δηλαδή, αντί για 50-50 ο χρόνος να είναι 60 -40, 70 – 30. Και αυτό μπορεί να φτάσει μέχρι και να δοθεί αποκλειστική γονική μέριμνα. Άρα και επιμέλεια στον έναν γονέα, που σημαίνει ουσιαστικά κατάργησης της εναλλασσόμενης κατοικίας, η οποία δεν υπάρχει ως έννοια, ενώ υπήρχε σ’ ένα άρθρο του αρχικού σχεδίου νόμου»
Για την εναλλασσόμενη κατοικία, τους κινδύνους και τα οφέλη, ο Παναγιώτης Κατσικερός μας παρέπεμψε σε επιστημονική μελέτη του Συμβουλίου της Ευρώπης.
«Μία πολύ καλή ερώτηση κάνατε, με δύο σκέλη. Θέλω, όμως, πριν, δώστε μου μισό λεπτό, να ολοκληρώσω προηγουμένως ότι αυτό το σχέδιο νόμου δεν έχει ακόμη κατατεθεί στη διαβούλευση. Να απαντήσω στην ερώτησή σας. Αναμένεται από μέρα σε μέρα να δούμε, αν τελικά είναι αυτό που είδαμε στις 23 Φλεβάρη το τελικό ή, θα έχει κάποιες νομοτεχνικές βελτιώσεις. Με ρωτήσατε, λοιπόν, μετά για την εναλλασσόμενη κατοικία. Στο πρώτο σκέλος της ερωτήσεώς σας, λοιπόν, την εναλλασσόμενη κατοικία σαν έννοια, έχει κατοχυρωθεί μ’ ένα ψήφισμα του Συμβουλίου της Ευρώπης, όπου ανήκει και η Ελληνική Δημοκρατία, του 2015. Νομίζω, το 2059, το οποίο λέει ότι με βάση διεπιστημονικές μελέτες σε 20 κράτη της Δυτικής Ευρώπης, της Δύσης που προσομοιάζει πιο πολύ με την ελληνική κοινωνία, κρίθηκε, βγήκε το συμπέρασμα, και αυτό υιοθέτησε το Συμβούλιο της Ευρώπης, ότι το ελάχιστο ποσοστό ικανοποίησης ενός παιδιού, που έχει χωρισμένους γονείς, είναι να μείνει το ένα τρίτο χρόνο της ζωής του με τον έναν γονέα. Αυτόν που δεν έχει την επιμέλεια, την ανατροφή. Αυτό, δηλαδή, είναι ένα επιστημονικό συμπέρασμα, το οποίο βασίζεται στις σύγχρονες αντιλήψεις της παιδοψυχιατρικής και της παιδοψυχολογίας και της κοινωνιολογίας, το οποίο υιοθετήθηκε από το Συμβούλιο της Ευρώπης και, δίνεται στη χώρα μας, και σε όλα τα κράτη-μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, η οδηγία, να θεσπίσουν την εναλλασσόμενη κατοικία, η οποία θα έχει κάποιες εξαιρέσεις, που αφορούν τους κακοποιητικούς γονείς ή, τους γονείς, οι οποίοι αδιαφορούν για την ανατροφή των παιδιών τους, δηλαδή δεν ασχολούνται, κάνουν κακή διαπαιδαγώγηση, διατροφή μόρφωση, ανατροφή», υποστήριξε ο Εφέτης.
«Πολύ σύντομα θα σας πω, υπήρχε, λοιπόν, θα ξεκινήσω από το ειδικό, για να πάμε προς το γενικό. Στην περίπτωση τη δική μου, κρίθηκε δικαστικά, ότι δεν μπορώ να έχω καμία συμμετοχή στη γονική μέριμνα και στην επιμέλεια του παιδιού. Με το επιχείρημα, το αντιεπιστημονικό, έτσι και το λανθασμένο, το οποίο, όμως, είναι ένα επιχείρημα, το οποίο εμφανίζεται συχνότατα στη νομολογία των δικαστηρίων όλες αυτές τις δεκαετίες, με το ισχύον νομικό καθεστώς, ότι όταν διαφωνούν οι δυο γονείς, λόγω της βιοκοινωνικής υπεροχής της μητέρας, ειδικά για παιδιά βρεφικής και παιδικής ηλικίας, των στενότερων δεσμών του τέκνου μαζί της και των συνθηκών ζωής, θα πρέπει να απονέμεται η επιμέλεια στη μητέρα, χωρίς να υπάρχει κάποια κρίση του δικαστηρίου ότι υπολείπομαι ως γονέας, ως πατέρας έναντι της μητέρας. Αυτό ισχύει γενικώς, στο μεγαλύτερο φάσμα της νομολογίας. Γιατί, λοιπόν, είπα αυτή τη φράση. Διότι αν δεν μπορεί ένας πατέρας, ο οποίος είναι 25 χρόνια στη δικαιοσύνη, που έχει τουλάχιστον το λευκό ποινικό μητρώο, που έχει την ανατροφή, την παιδεία, τις οικονομικές δυνάμεις, την κατάλληλη κατοικία και τη θέληση το βασικό δεν αδιαφορεί να συνεισφέρει στην ανατροφή του παιδιού, το οποίο αυτό που ζήτησα εγώ από το δικαστήριο , το ένα τρίτο, δεν μπορώ να φανταστώ ένας άνθρωπος με τα ίδια ή, και λιγότερα εφόδια και status, πώς θα μπορούσε να διεκδικήσει συνεπιμέλεια. Kαι πράγματι, αυτό συμβαίνει! Δηλαδή, τι συμβαίνει, λοιπόν, γενικά. Συνέβαινε στη δικαστηριακή πρακτική μέχρι σήμερα, τα δικαστήρια δεν εξέταζαν για το αν θα δώσουν την επιμέλεια, αν θα την κατανείμουν, έστω και σε ένα ποσοστό 70 – 30, παράδειγμα και να δώσουν και εναλλασσόμενη κατοικία. Δεν εξέταζαν τους γονείς, ποιος υπερτερεί, ποιος υστερεί σε προσόντα να μεγαλώσει το παιδί. Εμφανίζονται πολλές φορές αποφάσεις, που λέγανε ότι το παιδί αγαπάει και τους δύο γονείς, είναι και οι δύο άξιοι να το μεγαλώσουν. Επειδή διαφωνούσαν, όμως, δινόταν μία υπεροχή στις συνθήκες ζωής στη μητέρα ή, στον πατέρα γιατί υπάρχουν και τέτοιες περιπτώσεις. Έτσι λοιπόν ευνοείται η αποξένωση του τέκνου, γιατί το παιδί, όταν έχει συνηθίσει τους γονείς της μητρικής γραμμής του ενός γονέα, έτσι όταν πηγαίνει, όταν ζει στην πόλη, και το επιμελούνται οι γιατροί και οι δάσκαλοι της πόλης που διαμένει, σιγά-σιγά, όχι πάντα με σκοπό, ο γονέας που έχει την επιμέλεια, αλλά και ασυνείδητα, ουσιαστικά περνάει τη δική του γραμμή στην ανατροφή του παιδιού. Το παιδί αποξενώνεται από τον άλλο γονέα», εξήγησε ο Παναγιώτης Κατσικερός το δικό του πρόβλημα, ενώ στη συνέχεια αναφέρθηκε στις περιπτώσεις που αφαιρείται η γονική μέριμνα.
«Με συγχωρείτε αν πλατιάζω, άλλα ήθελα να καλύψω όλες τις ερωτήσεις. Να διευκρινίσουμε, λοιπόν, κάτι με το σχέδιο, πολύ σύντομα. Με το σχέδιο νόμου, λοιπόν, αυτό δεν υπάρχει υποχρεωτική συνεπιμέλεια, δηλαδή με το ζόρι, με το στανιό συνεπιμέλεια. Υπάρχει και η γονική μέριμνα. Υπάρχει ο κανόνας της από κοινού και εξίσου γονικής μέριμνας και προβλέπεται ρητή εξαίρεση στον νόμο, καταγεγραμμένη, ότι εφόσον καταδικαστεί ο γονέας για κακοποιητική συμπεριφορά, για παράβαση του νόμου περί ενδοοικογενειακής βίας, μπορεί ακόμη και να του αφαιρεθεί η γονική μέριμνα. Φυσικά απαιτείται αμετάκλητη δικαστική απόφαση, γιατί ως γνωστόν, πολλές δικαστικές αποφάσεις, που στον πρώτο βαθμό, ναι μεν καταδικαστικές, ανατρέπονται στο δεύτερο βαθμό. Αυτό το επιτάσσει νομικός μας πολιτισμός», είπε χαρακτηριστικά.
Για το πλεονέκτημα της μητέρας, ο Παναγιώτης Κατσικερός υπήρξε απόλυτα ειλικρινή. «Λοιπόν εγώ θα είμαι σαφής. Επειδή δεν υπάρχει πιο ιερό πρόσωπο από τη μητέρα. Ενδεχομένως, έτσι. Όλοι έχουμε μητέρες. Λοιπόν, θα πω το εξής: οπωσδήποτε στη βρεφική ηλικία του τέκνου, σε μία ηλικία μέχρι τα 3 έτη, ας πούμε, έχει ένα προβάδισμα η μητέρα, γιατί έχει κάποιες δεξιότητες που δεν τις έχει ο πατέρας στην ανατροφή. Αν και αυτό, σιγά-σιγά ανατρέπεται, γιατί και οι δύο γονείς εργάζονται. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να έχει την αποκλειστική επιμέλεια. Θα μπορούσε να γίνει μία χρονική κατανομή της ανατροφής, σε ποσοστό, για παράδειγμα 60 – 40, 70 – 30. Με εναλλασσόμενη κατοικία, γιατί δεν είναι μόνο δύο γονείς, Οι δυο γονείς, συνήθως δουλεύουν έξω. Λείπουν από το σπίτι και υπάρχουν και παππούδες και γιαγιάδες και ως γνωστό το παιδί, πολλές φορές, στη σημερινή ειδικά εποχή, από το παρελθόν έρχεται αυτό δηλαδή, μεγαλώνουν πάλι τα παιδιά με τους παππούδες και τις γιαγιάδες. Δεν βλέπω, λοιπόν, τον λόγο, για τον οποίο να στερείται το παραμύθι και την αγκαλιά του παππού και της γιαγιάς, το παιδί με μία απόδοση της αποκλειστικής επιμέλειας. Θα αναγνωρίσουμε το προβάδισμα στη μητέρα φυσικά, για ένα περιορισμένο χρονικό διάστημα, το οποίο όμως να μην της δίνει προβάδισμα, σε κάποιες μητέρες, να επιτυγχάνουν ακόμα και ασυνείδητα, την αποξένωση του παιδιού από τον πατέρα», υποστήριξε ο 51χρονος δικαστικός.
Για την πρότασή του, ο Παναγιώτης Κατσικερός επικαλέστηκε τη χρησιμότητα των ειδικών. «Αδιαμφισβήτητα, για αυτό και η πρόταση η δική μου, που την έχω καταθέσει και δημόσια στην ορθογραφία μου, είναι η εξής: πριν από κάθε δίκη, να υπάρχει ένα προστάδιο, όπου το παιδί θα το καλεί ο δικαστής, έχοντας έναν παιδοψυχολόγο δίπλα του και έναν κοινωνικό λειτουργό, ενδεχομένως. Θα παίρνει μια συνέντευξη από το παιδί, η οποία στην οποία στη συνέχεια κατευθείαν ποιον θέλεις από τους δύο γονείς να μένεις, θα προσπαθεί να μπει στο συναισθηματικό κόσμο του παιδιού μετά θα καλεί τον πατέρα μόνο του με το παιδί, τη μητέρα μόνη της με το παιδί να δει την αλληλεπίδραση, γιατί έχω συναντήσει το φαινόμενο, ένα παιδί, να λέει άλλα, μόνο του, επειδή τα έχω εφαρμόσει κι εγώ σε υποθέσεις που έχω δικάσει οικογενειακές, και, μάλιστα ασφαλιστικά μέτρα, που είναι φρέσκος ο χωρισμός, άλλα λέει το παιδί μόνο του, άλλα με τον πατέρα του μαζί. Θα γίνεται λοιπόν μία έξοδο από τον ψυχολόγο που θα εφοδιάζει το δικαστή και έτσι αυτό θα γίνεται στα παιδιά που είναι πάνω από έξι ετών που είναι σχολικής ηλικίας και έτσι μήπως εκεί ο δικαστής να προτείνει πλέον καλώντας και τους γονείς και τους δικηγόρους στο τέλος κάποιες έξυπνες λύσεις που αν θέλετε μπορώ να σας πω κάποιο παράδειγμα για να καθοδηγεί τους γονείς και έτσι να επιλύεται εξώδικα η διαφορά».
Ο Παναγιώτης Κατσικερός σχολίασε και το ενδεχόμενο να βγάλει κάποιος το συμπέρασμα ότι υπάρχει παραδικαστικό κύκλωμα, το οποίο λυμαίνεται τον χώρο της Δικαιοσύνης. «Αυτή η έννοια, που λέτε “παραδικαστικό κύκλωμα”, είναι μία, πάρα πολύ φορτισμένη έννοια, την οποία δεν θα την ακούσει ποτέ κανένας από τα χείλη μου. Αυτό το οποίο, εγώ αναφέρω, και προσκόμισα και τα απαραίτητα στοιχεία, στον κύριο Υπουργό Δικαιοσύνης και στον κύριο Πρωθυπουργό, είναι κάποια συγκεκριμένα στοιχεία, που δείχνουν κάποιες συμπεριφορές μη ορθής απονομής και λειτουργίας της δικαιοσύνης. Εγώ λοιπόν δεν θα μπω στον πειρασμό να το κατονομάσω, έτσι ή, αλλιώς. Ας τα κρίνουν αυτά, οι άνθρωποι, οι οποίοι είναι στην κορυφή της ηγεσίας της χώρας και της Δικαιοσύνης. Νομίζω ότι είναι εύγλωττα τα στοιχεία και, πιστέψτε με, θέλω να το τονίσω αυτό, ότι σε καμία περίπτωση δεν θα απεύθυνα στον πρωθυπουργό της χώρας και στον υπουργό Δικαιοσύνης, μια επιστολή που θα είχε, έστω και μία, ένα “και” ψέματα. Θα έβαζα πρώτα-πρώτα σε κίνδυνο την καριέρα μου», απάντησε.
Στο ερώτημα εάν η Δικαιοσύνη είναι ανεξάρτητη στην Ελλάδα, ο Εφέτης ήταν ξεκάθαρος: «Η Δικαιοσύνη είναι μία από τις τρεις λειτουργίες μιας Δημοκρατίας: η Νομοθετική, η Δικαστική και η Εκτελεστική. Το πρόβλημα, το οποίο υπήρχε πάντα, διαχρονικά, με τη Δικαιοσύνη στη χώρα μας, είναι ότι η ηγεσία της Δικαιοσύνης, δηλαδή, οι πρόεδροι των ανωτάτων δικαστικών σχηματισμών, δηλαδή του Αρείου Πάγου, του Συμβουλίου Επικρατείας και του Ελεγκτικού Συνεδρίου και οι αντιπρόεδροι, επιλέγονταν, μετά από μία διαδικασία στη Βουλή, προσωπική ακρόαση, με μοριοδότηση, και λοιπά, από το υπουργικό συμβούλιο, προεξάρχοντος του εκάστοτε πρωθυπουργού της χώρας. Αυτό, νομίζω, το σύστημα επιλογής της ηγεσίας, έχει δημιουργήσει πάρα πολλά ζητήματα, διότι μέσω των εκλεγμένων, αυτών, ανώτατων δικαστικών λειτουργών, των προέδρων και των αντιπροέδρων, αυτοί στελεχώνουν στη συνέχεια τα συμβούλια προαγωγών και τα πειθαρχικά συμβούλια, κατά μεγάλο ποσοστό, και με αυτό τον τρόπο μπορεί να φτάσουμε σε κάποια φαινόμενα, όπως το δικό μου, που η προσπάθειά μου να αγωνιστώ για τα δικαιώματά μου, για το παιδί μου, μετεξελίχθηκε σε υπηρεσιακό διωγμό, όπως αναφέρω και στην επιστολή μου».
Για το φαινόμενο να μην εφαρμόζονται οι δικαστικές αποφάσεις, όταν δεν είναι αρεστές, ο Παναγιώτης Κατσικερός υποστήριξε: «Κατά τη γνώμη μου, η ελληνική κοινωνία έχει φτάσει σε ένα οριακό σημείο, όπου μπορεί κανείς να ακούσει και να δει τα πάντα. Όμως, πρέπει να γίνει ένα restart, μία καινούργια αρχή και πιστεύω, ότι η καινούργια αρχή, μπορεί να γίνει με ένα άρτιο νομοθετικό κείμενο, για να προστατέψει τα αποξενωμένα παιδιά, να τους δώσει και τους δύο γονείς πίσω. Και επίσης, επειδή είπα θα θίξω το θέμα της εφαρμογής των αποφάσεων, υπάρχουν τρόποι, με τους οποίους, όπως έχω αναφέρει στο άρθρο μου για τη συνεπιμέλεια και τη γονική αποξένωση παιδικά, οι δικαστικές αποφάσεις θα μπορούν να εφαρμοστούν. Παραπέμπω, λοιπόν, τους τηλεθεατές σας, σ’ αυτή την ορθογραφία μου για να βρουν περισσότερα».
Ο Παναγιώτης Κατσικερός έκλεισε τη συνέντευξή με μία ρήση που αποτελεί την επιτομή της ελευθερίας του λόγου.
«Να είστε καλά. Εγώ θα κλείσω, αν μου επιτρέπετε, με μία φράση του Τζον Μίλτον, που είπα, την ημέρα που πήρα την προαγωγή μου, με μία ψήφο διαφορά, στο 11μελές Συμβούλιο Προαγωγών του Αρείου Πάγου, ότι “δώσε μου το δικαίωμα να εκφράζομαι και να μιλάω ελεύθερα υπεράνω πάσης άλλης Ελευθερίας”», είπε ο Εφέτης.