Με τις εκκρεμείς κύριες συντάξεις να έχουν μειωθεί σημαντικά, όπως και ο χρόνος απονομής τους, το πρόβλημα που έχουν να αντιμετωπίσουν οι ασφαλισμένοι είναι ο εξαιρετικά υψηλός αριθμός των ληξιπρόθεσμων εκκρεμών επικουρικών συντάξεων, η έκδοση των οποίων έχει κολλήσει.
Εν τω μεταξύ, από το νέο έτος ενεργοποιείται η διάταξη του νόμου Βρούτση για τον νέο τρόπο υπολογισμού των συντάξεων. Αναφέρει ότι «η αναπροσαρμογή των συντάξιμων αποδοχών για το διάστημα έως και το 2024 διενεργείται κατά τη μεταβολή του μέσου ετήσιου Γενικού Δείκτη Τιμών Καταναλωτή της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. Η προσαύξηση των συντάξιμων αποδοχών για το διάστημα από το 2025 και εφεξής διενεργείται με βάση τον δείκτη μεταβολής μισθών, που υπολογίζεται από την ΕΛ.ΣΤΑΤ».
Πρακτικά, όπως προανήγγειλε ο Πάνος Τσακλόγλου, θα δημιουργηθεί ένας νέος δείκτης, έπειτα από την πρόταση της σχετικής επιτροπής που συστάθηκε στο υπουργείο, που θα δείχνει πόσο αυξήθηκε ο μέσος μισθός κάθε έτος. Αν και είναι νωρίς ακόμη να γίνουν εκτιμήσεις, ειδικοί της κοινωνικής ασφάλισης σημειώνουν πως σε βάθος πενταετίας οι νέες συντάξεις θα είναι αυξημένες κατά τουλάχιστον 5%.
Μία δυσάρεστη έκπληξη έκρυβε η τριμηνιαία έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής σε ό,τι αφορά τις συντάξεις, αυτή της αύξησης των ληξιπρόθεσμων εκκρεμών επικουρικών. Σύμφωνα με στοιχεία που διαβίβασε ο e-ΕΦΚΑ, ο συνολικός αριθμός εκκρεμών αιτήσεων συνταξιοδότησης συνεχίζει να μειώνεται κατά το πρώτο τρίμηνο του 2024, ακολουθώντας την πορεία που σημειώνει τα τελευταία έτη.
Συγκεκριμένα, το πλήθος των εκκρεμών αιτήσεων συνταξιοδότησης κατέγραψε μείωση τον Μάρτιο του 2024, τόσο σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο (κατά 1.373 αιτήσεις) όσο και σε ετήσια βάση (κατά 19.081 αιτήσεις), αγγίζοντας συνολικά τις 45.480 αιτήσεις.
Αντίστοιχα, η εκτιμώμενη δαπάνη για τις εκκρεμείς συντάξεις υπολογίζεται στα 23 εκατ. ευρώ, μειωμένη κατά 35 εκατ. ευρώ σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους. Παρόμοια είναι και η εξέλιξη του πλήθους των ληξιπρόθεσμων αιτήσεων συνταξιοδότησης (εκκρεμείς πάνω από 90 ημέρες), το οποίο άγγιξε στο τέλος του πρώτου τριμήνου του 2024 τις 25.313 αιτήσεις (με εκτιμώμενη δαπάνη 55,3 εκατ. ευρώ), καταγράφοντας μείωση κατά 17.870 αιτήσεις σε σχέση με τον Μάρτιο του 2023.
Συνολικά στον κλάδο επικουρικής σύνταξης ο συνολικός αριθμός εκκρεμών αιτήσεων συνταξιοδότησης εμφανίζεται μειωμένος στο τέλος Μαρτίου 2024 σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους κατά 9.785 αιτήσεις, με αποτέλεσμα να διαμορφώνεται στις 94.632 αιτήσεις (και εκτιμώμενη δαπάνη 169,6 εκατ. ευρώ).
Αντιθέτως, αύξηση παρατηρείται στις ληξιπρόθεσμες (εκκρεμείς πάνω από 90 ημέρες) αιτήσεις επικουρικής σύνταξης, οι οποίες άγγιξαν τις 73.537, αυξημένες κατά 5.921 σε ετήσια βάση, με αντίστοιχη αύξηση της εκτιμώμενης δαπάνης κατά 10,6 εκατ. ευρώ. Αξίζει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο οι ληξιπρόθεσμες αιτήσεις επικουρικής ασφάλισης μειώθηκαν κατά 5.231, ενώ η σχετική δαπάνη εκτιμάται μειωμένη κατά 9,4 εκατ. ευρώ.
Το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και ο ΕΦΚΑ υποστηρίζουν ότι από τον Μάρτιο έως σήμερα η κατάσταση έχει βελτιωθεί, με αποτέλεσμα σε αναμονή για έκδοση να βρίσκονται σήμερα 42.958 επικουρικές συντάξεις από όλα τα Ταμεία. Εξ αυτών, περίπου 7.500 συντάξεις δεν δύνανται να εκδοθούν εάν πρώτα δεν εκδοθεί η αντίστοιχη κύρια σύνταξη, ενώ για τις υπόλοιπες 35.00 αιτήσεις, η αναμονή μπορεί να ξεπερνά τους έξι μήνες.
Για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα, ένα από τα μέτρα τα οποία επεξεργάζονται το υπουργείο Εργασίας και ο Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης είναι η επαναφορά της προκαταβολής σύνταξης και της επικουρικής, καθώς ο χρόνος αναμονής σε αρκετές περιπτώσεις ξεπερνά τους έξι μήνες.
Σημειώνεται, τέλος, ότι, όπως διευκρινίζει και το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, στα στοιχεία που του διαβιβάζει ο ΕΦΚΑ δεν συμπεριλαμβάνονται οι εκκρεμείς διεθνείς συντάξεις, οι οποίες παραμένουν, σύμφωνα με πληροφορίες, κολλημένες εδώ και… χρόνια στις 25.000 αιτήσεις.
Αυξήσεις 5-10% για τις νέες συντάξεις
Από το νέο έτος θα πρέπει να αρχίσει η εφαρμογή του νόμου που προβλέπει έναν νέο τρόπο υπολογισμού των συντάξεων. Ειδικότερα, η σχετική διάταξη του ν.4670 του 2020 ορίζει πως «η αναπροσαρμογή των συντάξιμων αποδοχών για το διάστημα έως και το 2024 διενεργείται κατά τη μεταβολή του μέσου ετήσιου Γενικού Δείκτη Τιμών Καταναλωτή της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. Η προσαύξηση των συντάξιμων αποδοχών για το διάστημα από το 2025 και εφεξής διενεργείται με βάση τον δείκτη μεταβολής μισθών, που υπολογίζεται από την ΕΛ.ΣΤΑΤ.».
Ωστόσο, κάτι τέτοιο μόνο εύκολη και τυπική διαδικασία δεν είναι. Ο λόγος είναι ότι ο συγκεκριμένος δείκτης… δεν υπάρχει, αν και το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης γνώριζε τη χρησιμότητά του εδώ και αρκετά χρόνια. Ετσι, τώρα… θυμήθηκαν στην οδό Σταδίου να συστήσουν (άλλη) μία ειδική επιτροπή που θα ασχοληθεί με το ζήτημα.
Την εξέλιξη είχε αποκαλύψει ο υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης Πάνος Τσακλόγλου, σε τηλεοπτική του συνέντευξη στις 10 Μαΐου, τονίζοντας: «Συγκροτείται αυτές τις μέρες η επιτροπή για την κατασκευή του δείκτη μισθών που προβλέπει η νομοθεσία. Με βάση τη μεταβολή αυτού του δείκτη θα γίνονται οι αναπροσαρμογές που προβλέπει η σχετική νομοθεσία (συντάξιμες αποδοχές για τον υπολογισμό της ανταποδοτικής σύνταξης, ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών, εισφορές αυτοαπασχολουμένων, ελευθέρων επαγγελματιών και αγροτών). Προφανώς, οι υπολογισμοί θα επηρεάσουν τις συντάξεις από το 2025 και εντεύθεν».
Ο νόμος προέβλεπε την εφαρμογή της συγκεκριμένης διάταξης από το 2021, αλλά, επειδή δεν μπορούσε να τον προσδιορίσει η ΕΛ.ΣΤΑΤ., πήρε αναβολή, για να εφαρμοστεί από 1/1/2025, χαρακτηριστικό της προχειρότητας των κυβερνώντων. Ο δείκτης αυτός θα δείχνει πόση ήταν η αύξηση του μέσου μισθού για το σύνολο της οικονομίας κάθε χρόνο από το 2002 και έπειτα, καθώς και κατά την ετήσια μεταβολή του Δείκτη Μισθών, και θα αναπροσαρμόζει τις συντάξιμες αποδοχές των ασφαλισμένων που θα αποχωρούν από 1/1/2025 και έπειτα.
Σήμερα ένας αξιόπιστος δείκτης αυτού του μεγέθους δεν υπάρχει. Αντιθέτως, μία σειρά από φορείς, όπως το ΙΟΒΕ και η Τράπεζα της Ελλάδος, δημοσίευσε στοιχεία, ενώ… αποσπάσματα και όχι τη συνολική εικόνα αποτυπώνει το Πληροφοριακό Σύστημα «Εργάνη» του υπουργείου Εργασίας. Ετσι, το μεν ΙΟΒΕ έκανε λόγο για αύξηση κατά 4,9% το 2023, ενώ το σύστημα «Εργάνη» για 6,3%. Ο μέσος μισθός, σύμφωνα με την «Εργάνη», για το 2023 ανήλθε στα 1.251 ευρώ, ενώ, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, κατέγραψε αύξηση κατά 4,9%.
Ετσι, με βάση το νέο σύστημα, όσοι ασφαλισμένοι αποχωρήσουν από το 2025 και έπειτα θα έχουν δύο τρόπους για τον καθορισμό των συντάξιμων αποδοχών τους:
– το ανταποδοτικό τμήμα της σύνταξής τους από το 2002 ως το 2024 θα αυξάνεται κατά το ποσοστό μεταβολής του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή κάθε έτους,
– το ανταποδοτικό τμήμα της σύνταξής τους από το 2025 και έπειτα θα αυξάνεται ανάλογα με το ποσοστό μεταβολής του δείκτη μισθών για το σύνολο της οικονομίας.
Σύμφωνα με τους ειδικούς της κοινωνικής ασφάλισης, ο νέος τρόπος υπολογισμού έχει ένα μεγάλο πλεονέκτημα, αλλά κρύβει και μεγάλους κινδύνους. Από τη μία πλευρά, οι διαδοχικές αυξήσεις στους μισθούς ενδέχεται σε βάθος ετών να δίνουν και αυξημένες συντάξεις κατά 5% με 10%, σύμφωνα με μετριοπαθείς υπολογισμούς. Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, σε μία ενδεχόμενη νέα περίοδο κρίσης, όπως αυτή που ενέσκηψε στη χώρα τη δεκαετία των Μνημονίων και έριξε τους μισθούς στα τάρταρα, ο δείκτης μισθολογικού κόστους θα έχει ως συνέπεια να κρατήσει εξαιρετικά χαμηλές και τις συντάξεις.
Οι μνημονιακοί νόμοι έχουν οδηγήσει σε κύριες αποδοχές πείνας
Οι διαδοχικές περικοπές στο ασφαλιστικό από το 2009 και έπειτα, κυρίως το γεγονός ότι οι μνημονιακοί νόμοι δεν αποκαταστάθηκαν, έχουν οδηγήσει σε εξαιρετικά χαμηλές συντάξεις. Είναι χαρακτηριστικό πως ειδικά σε ό,τι αφορά τις νέες συνταξιοδοτικές αποφάσεις, η μέση δαπάνη σύνταξης για τους συνταξιούχους του ιδιωτικού τομέα είναι μόλις στα 749,11 ευρώ, ενώ μόνο σε ό,τι αφορά τους συνταξιούχους του Δημοσίου η εικόνα είναι κάπως υποφερτή, με τη μέση νέα σύνταξη να ανέρχεται στα 1.224,45 ευρώ.
Αυτό συνεπάγεται πως κάθε νέα σύνταξη που εκδίδεται είναι πολύ κάτω από τον μέσο όρο των υφισταμένων, καθώς, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του συστήματος «Ηλιος» του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, τον Ιούνιο η μέση κύρια σύνταξη ανήλθε στα 820,27 ευρώ, η μέση επικουρική σύνταξη διαμορφώθηκε στα 196,85 ευρώ και το μέσο μέρισμα στα 111,85 ευρώ.
Τον Ιούνιο του 2024 πληρώθηκαν συνολικά 4.626.455 συντάξεις, από τις οποίες οι 2.843.127 ήταν κύριες, οι 1.351.139 επικουρικές και οι 432.189 μερίσματα. Η μηνιαία δαπάνη που κατέβαλαν τα ταμεία ανήλθε στα 2.648.168.651,50 € και περιλαμβάνει τις κρατήσεις φόρου, τις κρατήσεις υπέρ υγείας και ΑΚΑΓΕ.
Σε ό,τι αφορά τα επιμέρους στοιχεία, οι συντάξεις χηρείας -για τις οποίες εκκρεμεί η εφαρμογή του νόμου που ορίζει την περικοπή τους, αλλά η κυβέρνηση δεν τολμά για πολιτικούς λόγους να υλοποιήσει-, η μέση σύνταξη ανέρχεται στα 598,70 ευρώ.
Ωστόσο, είναι πολύ μεγάλος ο αριθμός και των συνταξιούχων που λαμβάνουν κύριες συντάξεις (πείνας): Κάτω από 500 ευρώ μεικτά παίρνουν 263.186 συνταξιούχοι, ενώ κάτω από 600 ευρώ παίρνουν 443.853 συνταξιούχοι και κάτω των 700 ευρώ λαμβάνουν 592.841 συνταξιούχοι. Συνολικά, κάτω από 1.000 ευρώ μεικτά λαμβάνουν 1.160.183 συνταξιούχοι, δηλαδή σχεδόν έξι στους δέκα.
Μεγαλώνει το κύμα της φυγής
Το μόνο δεδομένο είναι ότι όσοι βρίσκονται κοντά στο τέλος του εργασιακού βίου τους δεν αφήνουν ούτε… μία μέρα ανεκμετάλλευτη. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο κάθε χρόνο συνταξιοδοτούνται περί τους 200 χιλιάδες ασφαλισμένους, ενώ φέτος εκτιμάται ότι ο αριθμός θα φτάσει τις 220 χιλιάδες αιτήσεις.
Συγκεκριμένα, το 2020 αποχώρησαν 175.705 ασφαλισμένοι, το 2021 υποβλήθηκαν 212.151 αιτήσεις, το 2022, αντίστοιχα, 211.133 αιτήσεις και το 2023, τέλος, 190.368 αιτήσεις συνταξιοδότησης. Την ίδια στιγμή, βέβαια, η τελευταία ευνοϊκή αλλαγή στο καθεστώς των εργαζόμενων συνταξιούχων έχει ήδη οδηγήσει στην… αποκάλυψη ότι αυτοί ξεπερνούν τους 185 χιλιάδες, κάτι που επιβεβαιώνει ότι το ύψος των συντάξεων δεν επαρκεί για να καλύψουν οι απόμαχοι της εργασίας τις στοιχειώδεις ανάγκες τους.
Πηγή: newsbreak.gr