Μεταξύ των επιχειρήσεων που είναι προγραμματισμένο να ανεβάσουν τα ρολά τους την Δευτέρα 15 Ιουνίου και να ξεκλειδώσουν τα λουκέτα, είναι οι οίκοι ανοχής. Τουλάχιστον αυτοί που λειτουργούν νόμιμα ή τουλάχιστον όσοι υπάκουσαν στις αναστολή της λειτουργίας τους λόγω του κορονοϊού.
Γιατί, όπως εύκολα καταλαβαίνει κανείς, στους τρεις μήνες που έμειναν κλειστοί, υπήρχαν αρκετές περιπτώσεις τέτοιου είδους επιχειρήσεων που λειτουργούσαν παράνομα. Κάποιοι υπέπεσαν στην αντίληψη των αρχών και κάποιοι όχι…
Όπως και να’ χει όμως, την Δευτέρα 15 Ιουνίου επιστρέφουν και πάλι στην ενεργό… δράση, όμως αυτό θα γίνει με κανόνες που θα γνωστοποιηθούν από την Πολιτεία σε συνεργασία με τον ΕΟΔΥ.
Το ποιοι θα είναι αυτοί, προς το παρόν, δεν έχει γίνει γνωστό, όμως ήδη οι υπεύθυνοι προβληματίζονται για έναν που όλα δείχνουν πως θα πρέπει οπωσδήποτε να τηρούν. Αυτός δεν είναι το ραντεβού, αλλά το γεγονός οτι θα πρέπει να κρατούν τα στοιχεία του πελάτη.
Στις συζητήσεις που γίνονται μεταξύ των υπεύθυνων που λαμβάνουν τις σχετικές αποφάσεις και θα θέσουν τους όρους και τις συνθήκες της επαναλειτουργίας των οίκων ανοχής, το να αφήνει ένας πελάτης τα στοιχεία του είναι πολύ πιθανό να συμβεί, όπως συμβαίνει και σε άλλες επιχειρήσεις διαφορετικού είδους.
Ο λόγος δεν είναι άλλος από το να μπορέσει να γίνει ιχνηλάτηση των επαφών σε περίπτωση ύπαρξης θετικού κρούσματος.
Αν δηλαδή πάει κάποιος που είναι θετικός στον κορονοϊό, δεν το γνωρίζει και κολλήσει την κοπέλα που εργάζεται εκεί με αποτέλεσμα και εκείνη με την σειρά της να τον μεταδόσει στους πελάτες που είχε μετά, θα πρέπει άπαντες να ειδοποιηθούν προκειμένου να μπουν σε καραντίνα. Κάτι που είναι απολύτως λογικό…
Το να αφήσει κάποιος τα στοιχεία του σε έναν οίκο ανοχής, αν είναι ελεύθερος, δεν αποτελεί πρόβλημα. Αν όμως έχει σχέση; Σίγουρα του προκαλεί μία ανησυχία, καθώς παρά την διακριτικότητα με την οποία θα γίνεται η ενημέρωση, δεδομένα θα έχει τον φόβο μην τυχόν ενημερωθεί το έτερον του ήμισυ.
Έτσι, αρκετοί που επισκέπτονταν τις συγκεκριμένες επιχειρήσεις στην προ κορονοϊού εποχή, τώρα θα κάνουν δεύτερες σκέψεις, με αποτέλεσμα να αναμένεται πτώση του τζίρου.